Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010

Το προσωπικό αρχείο του Αλή Πασά έρχεται για πρώτη φορά στο φως


Αλληλογραφούσε με τον Ναπολέοντα και οι Φιλικοί τον αποκαλούσαν συνθηματικά «Ο πενθερός»

Εξόντωσε τους Σουλιώτες, έπνιξε την Κυρα-Φροσύνη, σχεδίασε τη δολοφονία του πεθερού και του γαμπρού του, έμαθε στους Έλληνες αρματολούς να πολεμάνε. Η ζωή του ήταν πολυτάραχη, η εξουσία του ευρύτατη, η σταδιοδρομία του αιματηρή και η πτώση του εκκωφαντική. Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα ο Τεπελενλής Αλής, πασάς των Ιωαννίνων; Σήμερα για πρώτη φορά η αλήθεια ξεπροβάλλει πίσω από τον μύθο του χάρη στη δημοσίευση του προσωπικού του αρχείου.

Χίλια τετρακόσια εξήντα εννέα ελληνόγλωσσα έγγραφα από το συρτάρι του Αλή Πασά δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά στο σύνολό τους, στην τετράτομη έκδοση του Αρχείου του, που φωτίζει σε βάθος μια από τις σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Επιστημονικός υπεύθυνος και σχολιαστής, ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς της μεταπολεμικής Ελλάδας, ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ο οποίος μας παρουσιάζει με αδρές γραμμές και τον χαρακτήρα του Τεπελενλή.

Εφέντι μου, ετούτη είναι όλη φουκαράδς και δεν έχουν προτον ψομί να φαν και θέλα πεθάνουν από την πήναν...

Από τους βασικούς αρχηγούς της πολιορκίας του Σουλίου, ο Μπεκήρ Τζογαδούρης, ζητά στις 8/5/1804 από τον Αλή Πασά να βοηθήσει τους φτωχούς Σουλιώτες που έχουν απομείνει εκεί, δίνοντάς τους δουλειά και έναν παπά «ότι η Ρομέγη χορής παπάν δεν ημπορούν να γκάμουν». Ο Αλή Πασάς είναι 54 χρόνων τότε, και θα ζήσει άλλα 18 ώς τα 72 του, οπότε θα δολοφονηθεί το 1822 με εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, πάνω στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων όπου είχε καταφύγει και ζούσε μια απροσδόκητη και τρυφερή σχέση με την Κυρα-Βασιλική. Σε εκείνα τα νερά, είχε διατάξει το 1804 να θανατωθούν με πνιγμό η Γιαννιώτισσα Κυρα-Φροσύνη- μια επώνυμη αρχόντισσα της πόλης- και 17 ακόμα γυναίκες με το πρόσχημα του άσεμνου βίου.

Αλβανός μουσουλμάνος, γεννημένος στο Τεπελένι (οικισμό του Μπερατίου), από οικογένεια δραστήριων και διεκδικητικών τοπικών μπέηδων, πατέρας τριών γιων (Βελή, Μουχτάρ και Σαλήχ), ο Αλής διορίστηκε πασάς (περιφερειακός διοικητής) των Ιωαννίνων το 1788. Από τις αρχές του 19ου αιώνα είχε υπό τον έλεγχό του όλη σχεδόν την ηπειρωτική Ελλάδα νότια από το Δυρράχιο (εκτός από την Αττική), καθώς και την Πελοπόννησο, ενώ παράλληλα επεκτεινόταν και προς το Ιόνιο. Στα μάτια των πολλών, ήταν δηλαδή ο κύριος υπερασπιστής του δυτικού τμήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος, ωστόσο, γνωρίζοντας- όπως σημειώνει ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος-, ότι λόγω της καταγωγής του δεν θα μπορούσε ποτέ να παίξει στην κεντρική σκηνή της οθωμανικής πολιτικής, οραματιζόταν μια δική του κληρονομική ηγεμονία εντός της αυτοκρατορίας, κάτι που δεν κατάφερε τελικά να κάνει.

OΑλή Πασάς ήταν μια προσωπικότητα στα όρια της ιδιοφυΐας αφενός και της νεύρωσης αφετέρου. Όπως προκύπτει από το Αρχείο του και από την Εισαγωγή του Παναγιωτόπουλου, είχε μια πρωτόγονη και ταυτόχρονα επεξεργασμένη πολιτική σκέψη και έντονη λαϊκή συνείδηση που του επέτρεψε να διαχειριστεί αποτελεσματικά τόσο τις πολιτικο-διπλωματικές συνθήκες της εποχής του όσο και τις ατέλειες του οθωμανικού διοικητικού συστήματος. Ήταν από όλους τους πασάδες εκείνος που κατάλαβε καλύτερα τα παιχνίδια των ευρωπαϊκών δυνάμεων και που επικοινωνούσε περισσότερο με τη Δύση- αλληλογραφούσε μάλιστα με τον Ναπολέοντα-, ωστόσο δεν ήταν δυτικόφρων και παρέμεινε παραδοσιακός. Η υποτιθέμενη ανεξιθρησκία του ήταν μια μορφή συγκάλυψης της επιθετικότητάς του. Στην πραγματικότητα ήταν δεισιδαίμων και αβυσσαλέα καχύποπτος, βίαιος τόσο απέναντι στους χριστιανούς (π.χ. Σουλιώτες) όσο και απέναντι στους ομοθρήσκους του. Και σε μια εποχή κατά την οποία τα αξιώματα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν συνήθως ετήσια, εκείνος κατάφερε να γίνει ο μακροβιότερος πασάς σε ένα πόστο, μένοντας κυρίαρχος στα Ιωάννινα για 33 χρόνια!

Για ποιον λόγο, κύριε Παναγιωτόπουλε, μας ενδιαφέρει σήμερα ο Αλή Πασάς;

Πρώτα πρώτα διότι είναι μια κυρίαρχη φυσιογνωμία της ελληνικής ιστορίας, που έχει σχέση με την Ελληνική Επανάσταση. Όλο το στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό που έλαβε μέρος στον Αγώνα είναι άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένο με τον Αλή Πασά: είτε στην υπηρεσία του όπως ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, ο Πανουργιάς ή ο Κίτσος Τζαβέλλας και στην αυλή του όπως ο Κωλέττης, ο Βηλαράς, ο Ψαλίδας, είτε ως αντίπαλοί του. Όπως οι Σουλιώτες οι οποίοι εξοντώνονται το 1803 από τον Αλή αλλά επιστρέφουν το 1820 στο Σούλι για να τον στηρίξουν εναντίον των σουλτανικών στρατευμάτων που τον πολιορκούν όταν κηρύσσεται αποστάτης. Σκεφθείτε πως στο ξεκίνημα του Αγώνα, επί 10-11 μήνες ο Αλή και οι Έλληνες συμβαδίζουν, και σε κάποιο βαθμό συνεργάζονται- αν και όχι ρητά- εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Πύλης, ώσπου ο πανίσχυρος Αλή νικιέται. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι Φιλικοί, στο συνθηματικό γλωσσάρι τους τον έλεγαν «Ο Πενθερός».

Ο Αλή έχει όμως ειδικό βάρος και επειδή σχετίζεται με την αναδυόμενη εθνική ιστορία της Αλβανίας, με την ιστορία της φθίνουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθώς και με τα διεθνοποιημένα, όπως λέτε, Επτάνησα...

Φυσικά, διότι είναι περιφερειακός πασάς σε ζωτική περιοχή των ελληνικών χωρών, με ισχυρή αναλογία ορθόδοξου πληθυσμού, ισχυρή ορθόδοξη αλβανική κοινότητα, ισχυρή παρουσία Αλβανών μουσουλμάνων που παρουσιάζουν χαμηλό βαθμό εκτουρκισμού (είναι ελληνόφωνοι/αλβανόφωνοι), μια περιοχή που παράλληλα δέχεται μεγάλη εισροή ιδεών του Διαφωτισμού. Επίσης διότι βρίσκεται σε επαφή με τα Ιόνια Νησιά σε μια εποχή όπου εναλλάσσονται εκεί τέσσερις διαδοχικές ηγεμονίες (Βενετία, Γαλλία, Ρωσία, Αγγλία), άρα το πασαλίκι του γίνεται δίαυλος για τη συνάφεια με τη Δύση. Τέλος επειδή την ώρα που η αυτοκρατορία μοιάζει να μην είναι σε θέση να διαχειριστεί την εξουσία, εκείνος γίνεται από τους πλέον χαρακτηριστικούς εκφραστές σεπαρατιστικών (χωριστικών) λύσεων που προσβλέπουν στον ρεφορμισμό (μεταρρύθμιση) του σουλτανικού καθεστώτος. Στο τέλος βέβαια, η δική του λύση θα αποδειχθεί αναποτελεσματική και το μόνο αντίπαλο μοντέλο που θα αποδώσει θα είναι εκείνο που θα στηριχθεί στις εθνικές κοινότητες. Η λύση δηλαδή που εκπροσωπούν η σερβική και η Ελληνική Επανάσταση.

Στην υπηρεσία του Αλή Πασά συναντάμε ορισμένα πρόσωπα που θα παίξουν ηγετικό ρόλο στην Επανάσταση, όπως ο Ανδρούτσος ή ο Καραϊσκάκης. Πώς συμβιβάζονται αυτές οι συμπεριφορές όργανα εξουσίας και στοιχεία αντίστασης;

Η υπηρεσία χριστιανών ως φρουρών της υπαίθρου είναι από παλιά γνωστή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτοί είναι οι αρματολοί που ο λαός τούς δέχεται κυρίως επειδή κυνηγάνε τους ληστές. Ο Αλή Πασάς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον θεσμό, τον αναβάθμισε και με την πολιτική τού διαίρει και βασίλευε, χρησιμοποίησε δεξιοτεχνικά ορισμένες από τις ομάδες των ορεινών περιοχών (της Στερεάς κυρίως και της Ηπείρου) για τη δημιουργία δικής του τοπικής επιρροής. Όταν όμως ξεσπά η Επανάσταση, ο Αλή Πασάς βρίσκεται υπό διωγμόν από την Υψηλή Πύλη και οι αρματολοί, εν μέρει ή σταδιακά, αποδεσμεύονται από την επιρροή του και προσχωρούν στην εθνική εξέγερση. Ωστόσο, σε σχέση με άλλες ομάδες όπως οι κοτζαμπάσηδες ή ο κλήρος, εκείνοι αμφιταλαντεύτηκαν περισσότερο απ΄ όλους ως προς τη βαθύτερη ιδεολογική τους ένταξη. Ήταν όμως τόσο απαραίτητοι για να υπάρξει ένοπλη αντίσταση στην αυτοκρατορία, ώστε οι άλλες ομάδες ανέχονταν τις αδυναμίες τους.

Είναι ο Αλή Πασάς ο πρόδρομος της αλβανικής αφύπνισης;

Αυτό υποστηρίζεται από μερίδα της αλβανικής ιστοριογραφίας, και είναι μια επιβίωση των ρομαντικών ιδεών για τη συγκρότηση των βαλκανικών ταυτοτήτων. Ο Αλή είναι ένας Αλβανός, μουσουλμάνος, Οθωμανός πασάς αλλά δεν φαίνεται να είχε ποτέ δράση εθνοτικού τύπου. Δεν έδειξε ποτέ καμία ιδιαίτερη εύνοια προς τους αλβανικούς ή αλβανόφωνους πληθυσμούς, ούτε προκύπτει από πουθενά καμία φροντίδα του για την ανάδειξη μιας ιδιαίτερης αλβανικής κουλτούρας. Αντίθετα απεχθανόταν ιδιαίτερα τους αλβανικής καταγωγής τοπικούς μουσουλμάνους ηγεμονίσκους και τις ανυπότακτες κοινότητες.

Στη σχολική ιστορία το Σούλι εμφανίζεται ως πρόδρομος της ελληνικής εξέγερσης κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τι μαθαίνουμε γι΄ αυτό, από το Αρχείο του Αλή Πασά;

Οι Σουλιώτες ήταν μια ανυπότακτη ορεινή κοινότητα, στηριγμένη στη δύναμη των όπλων, που ζούσε από την έμμεση ή άμεση εκμετάλλευση των γειτονικών πληθυσμών. Από τη στιγμή λοιπόν που ο Αλή Πασάς ήθελε να επεκτείνει την κυριαρχία του σε όλη την περιοχή, δεν μπορούσε να ανεχτεί τοπικούς θύλακες μη ελεγχόμενης εξουσίας• γι΄ αυτό επιδίωξε με τέτοια επιμονή τη φυσική τους εξόντωση. Από το Αρχείο του μαθαίνουμε όλη τη διαδικασία της πολιορκίας του Σουλίου και τη σταδιακή αποδυνάμωση της άμυνας των Σουλιωτών, περισσότερο από κούραση και διάσπαση της εσωτερικής συνοχής τους παρά από κλασικού τύπου προδοσία, όπως κατά καιρούς έχει γραφτεί.

Επιχείρηση αρετής με θύμα την Κυρα-Φροσύνη

Η πράξη που προσδιορίζει αμετάκλητα τα όρια και τον χαρακτήρα της ηγεμονίας του Αλή Πασά στα Γιάννινα είναι το αποτρόπαιο έγκλημα, η δολοφονία της Κυρα-Φροσύνης και ακόμα δεκαεπτά γυναικών, στο πλαίσιο μιας «επιχείρησης αρετής». Η θανάτωσή τους με πνιγμό, με μια απλή απόφαση του Πασά, χωρίς κανενός είδους άλλη νομιμοποίηση μάς γυρίζει πίσω στην καρδιά του οθωμανικού συντηρητισμού και είναι μια πράξη- τομή σ΄ αυτήν την πόλη του Διαφωτισμού. Πέρα από τη μυθολογία που την περιβάλλει για την υποτιθέμενη σχέση της με τον Μουχτάρ Πασά, γιο του Αλή, ή για το δαχτυλίδι της γυναίκας του που βρέθηκε στα χέρια της, η Ευφροσύνη, σύζυγος εμπόρου και μητέρα δύο παιδιών αντιπροσωπεύει με τα ντυσίματά της, τα γλέντια της, τις παρέες και την ανεξαρτησία της ένα νέο ήθος που εγκαθίσταται στα Γιάννινα. Ένα ήθος «ευρωπαϊκό», που απειλεί να υπονομεύσει την ιερή τάξη των πραγμάτων και να διασπάσει τον παραδοσιακό ιστό. Αυτό είναι που δεν μπορεί να αποδεχθεί ούτε η πόλη στο σύνολό της (εξ ου και η κατοπινή σιωπή) ούτε βέβαια και ο Αλή Πασάς.

Πολύτιμα έγγραφα

Τα πολύτιμα αυτά ντοκουμέντα του Αλή Πασά αποτυπώνουν τα πάρε- δώσε του στην πιο δραστήρια περίοδο της ηγεμονίας του (1788-1822), μέχρι τον θάνατό του και ανήκαν στη συλλογή του Κωνσταντινουπολίτη Ι. Χώτζη που φυλάσσεται στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Αθηνών. Η έκδοσή τους από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) έχει και ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, διότι συνιστά μια σημαντική επιστημονική πρόταση του Β. Παναγιωτόπουλου. Το καθένα από τα 1.469 έγγραφα συνοδεύεται από μια μίνι μελέτη με τη μορφή εισαγωγικού σημειώματος το οποίο καθιστά προσιτές στους ερευνητές και στο κοινό τις βουβές και αποσπασματικές πληροφορίες που κρύβει το Αρχείο του Αλή Πασά. Ειδικευμένος στην Τουρκοκρατία, ο Παναγιωτόπουλος υπογράφει και το γοητευτικό (και τεκμηριωμένο πλέον) πορτρέτο - ψυχογράφημα του Τεπελενλή (148 σελίδες στον Δ΄ τόμο) το οποίο απαντάει στις ιδεολογικά φορτισμένες και συνήθως καταγγελτικές βιογραφίες που έχουν κυκλοφορήσει γι΄ αυτόν.

Η έκδοση- στην οποία συνεργάστηκαν και οι Δημήτρης Δημητρόπουλος και Παναγιώτης Μιχαηλάρης- συμπληρώνεται από ένα εκτεταμένο Γλωσσάρι, βασική Βιβλιογραφία και Ευρετήρια προσώπων, τόπων, όρων και αξιωμάτων.
tanea

Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

Τουρκική πρωτιά στο Βερολίνο


Στην τουρκική ταινία «Μέλι», του Σεμίχ Καπλάνογλου, απονεμήθηκε η Χρυσή Αρκτος του 60ού Φεστιβάλ του Βερολίνου. Μια ωραία λήξη για τη φετινή εορταστική Μπερλινάλε, με τη βράβευση μιας ταινίας δοσμένης με ποίηση και λυρισμό, το τρίτο μέρος μιας εξαιρετικής ημι-αυτοβιογραφικής τριλογίας που ο Καπλάνογλου είχε αρχίσει με το «Αβγό» και συνέχισε με το «Γάλα».

Το «Μέλι», ύμνος ταυτόχρονα στη φύση αλλά και σχόλιο πάνω στους κινδύνους της καταστροφής της, περιγράφει τη δύσκολη ζωή μιας οικογένειας σε ορεινή περιοχή της Ανατολίας, μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. Κέρδισε και το βραβείο καλύτερης ταινίας της Οικουμενικής Επιτροπής Κριτικών.

Είναι η δεύτερη φορά μέσα στην τελευταία δεκαετία που Τούρκος σκηνοθέτης κερδίζει τη Χρυσή Αρκτο -η προηγούμενη ήταν το 2004 με την ταινία «Μαζί ποτέ» του Φατίχ Ακίν. Η βράβευση του Καπλάνογλου δείχνει μια στροφή στη διάρκεια των τελευταίων περίπου δέκα χρόνων της Μπερλινάλε να βραβεύει ταινίες μη αμερικανικές. Φέτος, μάλιστα, το πνεύμα αυτό κυριάρχησε και στα υπόλοιπα βραβεία τής κριτικής επιτροπής, με πρόεδρο τον Γερμανό σκηνοθέτη, Βέρνερ Χέρτσοκ.
- Το δεύτερο σημαντικό βραβείο του φεστιβάλ, η Αργυρή Αρκτος για το Ειδικό Βραβείο της κριτικής επιτροπής, απονεμήθηκε στη ρουμανική ταινία «Αν θέλω να σφυρίξω, σφυρίζω» του Φλόριν Σέρμπαν. Η ταινία κέρδισε και το βραβείο «Αλφρεντ Μπάουερ», που απονέμεται στη μνήμη του ιδρυτή του φεστιβάλ σε έργο ιδιαίτερης καινοτομίας.
- Ο Ρόμαν Πολάνσκι δεν έμεινε απ' έξω από τα βραβεία. Αργυρή Αρκτο καλύτερης σκηνοθεσίας κέρδισε για την ταινία του «Ο συγγραφέας-φάντασμα», γύρω από ένα συγγραφέα που αναλαμβάνει να γράψει τα απομνημονεύματα ενός πρώην πρωθυπουργού (εμπνευσμένου από τον Τόνι Μπλερ) για να μπλέξει σε μια θανάσιμη περιπέτεια. Δυστυχώς, ο ίδιος ο σκηνοθέτης, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων εναντίον του, δεν μπόρεσε να παραστεί στην τελετή λήξης για να το παραλάβει.
- Δύο βραβεία απονεμήθηκαν σε μιαν άλλη από τις καλύτερες ταινίες της φετινής Μπερλινάλε, τη ρωσική «Πώς τέλειωσα αυτό το καλοκαίρι» του Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι: βραβείο εξαιρετικής καλλιτεχνικής επίτευξης στον τομέα της φωτογραφίας στον Πάβελ Κοστομάροβ και βραβείο ανδρικής ερμηνείας εξίσου στους δύο πρωταγωνιστές της, Γκριγκόρι Ντομπρίγκιν και Σεργκέι Πουσκέπαλις.
- Το βραβείο γυναικείας ερμηνείας κέρδισε η Γιαπωνέζα Σινόμπου Τερατζίμα για το ρόλο της πιστής συζύγου που αναλαμβάνει, για την πατρίδα και τον αυτοκράτορα, να φροντίζει τον ανάπηρο από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο παρασημοφορημένο ήρωα άντρα της στην ταινία «Η κάμπια» του Κότζι Γουακαμάτσου.
- Η μόνη, κάπως αδικημένη ταινία ήταν η κινέζικη «Χωριστά, μαζί» του Γουάνγκ Κουάν'αν, που περιορίστηκε στο βραβείο καλύτερου σεναρίου - ίσως επειδή ο σκηνοθέτης της είχε ήδη βραβευτεί με τη Χρυσή Αρκτο το 2007 για τον «Γάμο της Τούγια».
- Το βραβείο καλύτερης πρώτης ταινίας απονεμήθηκε στη «Sebbe» του Μπαμπάκ Νατζάφι, που προβλήθηκε στο τμήμα «Generation», γύρω από ένα μοναχικό 15χρονο αγόρι, εφευρέτη στις ελεύθερες ώρες του, που καταφέρνει να φτιάξει μια βόμβα.
- Τέλος, το βραβείο της Διεθνούς Κριτικής (FIPRESCI) για την καλύτερη ταινία του διαγωνιστικού απονεμήθηκε στη σουηδική ταινία «Μια οικογένεια» της Περνίλε Φίσερ Κρίστενσεν, γύρω από το θέμα της πίστης στην οικογένεια, μέσα από την ιστορία μιας νέας γυναίκας που, με την αρρώστια του πατέρα της, αναγκάζεται να αναλάβει την ευθύνη της οικογενειακής επιχείρησης.
- Το βραβείο για την καλύτερη ταινία του «Πανοράματος» πήγε στην «Παρέλαση» του Ιάπωνα Ισάο Γιουκισάντα και εκείνο του «Φόρουμ» στην «Παγίδα για καβούρια» του Κολομβιανού σκηνοθέτη Οσκαρ Ρουίζ Νάβια. *
enet

Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010

Γίνεται... πτηνό για να απαγγείλει στίχους


Μπορεί άραγε η μουσική να αποδοθεί μέσα από ζωγραφικές εικόνες; Η ζωγραφική εμπεριέχει μέσα της τη μουσική; Στα παραπάνω ενδιαφέροντα ερωτήματα θα μας απαντήσει, επί του πρακτέου, ο Αλέκος Φασιανός στις 23 του μήνα στην Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, σε ένα ρόλο-έκπληξη.

Ο διάσημος ζωγράφος μαζί με τον πιανίστα Γιάννη Βακαρέλη και ομάδα εξαίρετων μουσικών θα συναντηθούν στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής για να παρουσιάσουν ένα απροσδόκητο πάντρεμα της μουσικής με την εικόνα.
Στο πρώτο μέρος της παράστασης ο Αλέκος Φασιανός θα κληθεί να «ζωγραφίσει» τη μουσική. Πώς θα γίνει αυτό; Ο ζωγράφος θα βρίσκεται στα παρασκήνια και θα αυτοσχεδιάζει, ενώ οι μουσικοί που θα είναι πάνω στη σκηνή θα παίζουν συνθέσεις του Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ, του Νταριούς Μιγιό, του Αστορ Πιατσόλα, του Ντμίτρι Σοστακόβιτς, του Αλφρεντ Νιούμαν και του Μάνουελ Πόνσε. Το κοινό θα παρακολουθεί τον Αλέκο Φασιανό εν δράσει, καθώς μια κάμερα που θα έχει στηθεί στα παρασκήνια θα παρακολουθεί, λεπτό προς λεπτό, τις κινήσεις και την έμπνευσή του και θα τις μεταφέρει στη σκηνή, μέσα από μια μεγάλη οθόνη.

Στο δεύτερο μέρος θα δούμε τον σημαντικό ζωγράφο σε έναν πραγματικά απροσδόκητο ρόλο. Ο Φασιανός θα ανέβει στη σκηνή, μεταμφιεσμένος σε φασιανό, απεικονισμένο με τον δικό του τρόπο, και θα απαγγείλει ευτράπελους στίχους από τη δημοφιλή σουίτα του ρομαντικού Καμίγ Σεν-Σανς «Το Καρναβάλι των Ζώων».
Το έργο θα αποδίδουν ο Γιάννης Βακαρέλης στο πιάνο, η Katrine Gislinge, ο Μάνος Μαργαζιώτης και ο Lars Bjornkjaer στο βιολί, ο Sune Ranmo στη βιόλα, ο Leo Winland στο βιολοντσέλο, ο Βασίλης Παπαβασιλείου στο κοντραμπάσο, ο Νίκος Νικόπουλος στο φλάουτο και ο Δημήτρης Τζαφέστας στο ξυλόφωνο. Ο Αλέκος Φασιανός έχει επιμεληθεί και το σκηνικό της παράστασης, καταθέτοντας μέσα από αυτό το προσωπικό του σχόλιο πάνω στη ζωολογική αυτή μουσική φαντασία.
«Το Καρναβάλι των Ζώων» κρύβει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Ο Σεν-Σανς το έγραψε το 1886, ενώ έκανε τις καλοκαιρινές διακοπές του κάπου στην Αυστρία. Η συνθετική διάθεσή του ήταν ευτράπελη, όχι όμως και παιδαριώδης. Ο φόβος όμως ότι μια τέτοια, ελαφριά μουσική σύνθεση θα στιγμάτιζε αρνητικά τη συνθετική καριέρα του, τον έκανε να απαγορεύσει τη δημόσια εκτέλεσή του όσο βρισκόταν στη ζωή. Εμελλε ωστόσο, μετά τον θάνατό του, αυτή η σύνθεση, από την οποία ένιωθε να απειλείται, να γίνει ένα από τα πιο δημοφιλή έργα του. Και δικαίως, καθώς όπως τα περισσότερα έργα του, έτσι και αυτό διαθέτει κάποια σημαντικά «προσόντα», όπως είναι η κομψότητα της φόρμας, οι ωραίες αρμονίες, οι χαριτωμένες μελωδικές επινοήσεις.
Το 1949 «Το Καρναβάλι των Ζώων» κυκλοφόρησε από την Columbia με μαέστρο τον Αντρέ Κοστελάνετς και αφηγητή τον Νόελ Κάουαρντ. Ειδικά γι’ αυτήν την ηχογράφηση ο Ογκντεν Νας έγραψε μερικούς ανάλαφρους στίχους.
 Ημέρες πιάνου
Η εκδήλωση εντάσσεται στο πλαίσιο της σειράς «Ημέρες Πιάνου», την καλλιτεχνική διεύθυνση της οποίας έχει αναλάβει ο Γιάννης Βακαρέλης.
ethnos

Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

Η Πόλη κατοικείται


Για πρώτη φορά στην Ελλάδα λεύκωμα με φωτογραφίες του Αρά Γκιουλέρ, του φωτογράφου που θεωρείται το μάτι και η μνήμη της Κωνσταντινούπολης

Ενα τριώροφο σπίτι στο κέντρο του Πέραν, στο Γαλατάσαραϊ, στεγάζει την οπτική μνήμη της Κωνσταντινούπολης του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Είναι το σπίτι του 82χρονου μεγάλου φωτογράφου Αρά Γκιουλέρ, το οποίο κληρονόμησε από τον αρμένη φαρμακοποιό πατέρα του, και που σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο-αρχείο με 800.000 φωτογραφίες. Κανένας άλλος δεν έχει φωτογραφίσει την Πόλη των δεκαετιών του 1950 και του 1960 με τον τρόπο που το έχει κάνει ο Αρά Γκιουλέρ. Ο φωτογράφος, από τις μεγάλες υπογραφές του φωτογραφικού πρακτορείου Μagnum, δεν φωτογραφίζει τα τοπία της Πόλης, την έτσι κι αλλιώς συναρπαστική και συγκλονιστική εικόνα της Κωνσταντινούπολης, αλλά τους ανθρώπους μέσα στο τοπίο...

Πίστευε ότι πρώτα υπάρχουν οι άνθρωποι της Πόλης και μετά η ίδια η Πόλη. Ο Ορχάν Παμούκ παρατηρεί ότι «το ενδιαφέρον που προκαλεί το τοπίο στις φωτογραφίες του Αρά Γκιουλέρ εμπλουτίζεται με το συναίσθημα που υποκινεί ο άνθρωπος ο οποίος βρίσκεται μέσα στο τοπίο». Ετσι ή αλλιώς, ο Αρά Γκιουλέρ είναι ένας μεγάλος πορτρετίστας. Και πέρα από τους ανώνυμους κατοίκους της Πόλης, έχει φωτογραφίσει τον Τσόρτσιλ, την Γκάντι, τον Χίτσκοκ, τον Νταλί, τον Πικάσο και άλλους. Ο Αρά Γκιουλέρ άρχισε να φωτογραφίζει την Πόλη το 1947. Βγήκε στους δρόμους ως φωτορεπόρτερ και είναι κλασικά τα ρεπορτάζ του «Η Πόλη ξυπνά» και «Τα καφενεία των ξενύχτηδων της Πόλης». Παιδιά που τρέχουν σε λασπωμένα δρομάκια στις φτωχές και βρώμικες συνοικίες της πόλης, εργάτες που περιμένουν το τρένο στον σταθμό του Σίρκετζι, φτωχοί και βασανισμένοι άνθρωποι, με φόντο υπέροχα οθωμανικά κτίρια ή αμερικανικές μπουίκ που περνούν τη γέφυρα του Γαλατά,

βαρκάρηδες που τραβάνε κουπί μεταφέροντας επιβάτες από τη μια όχθη του Κεράτιου στην άλλη, οδηγοί των πρωινών ντολμούς, πωλητές φρούτων που σπρώχνουν τις χειράμαξες, χαμάληδες και σκουπιδιάρηδες μπροστά σε ετοιμόρροπα σπίτια, άνδρες που περιμένουν καρτερικά στα καφενεία, είναι ορισμένα από τα πρόσωπα του Γκιουλέρ. Οι φωτογραφίες του Γκιουλέρ αποτελούν πηγή έμπνευσης για την Κωνσταντινούπολη. Ο Ορχάν Παμούκ ομολογεί ότι χωρίς αυτό το υλικό δεν θα μπορούσε να γράψει το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Ιστανμπούλ. O νομπελίστας συγγραφέας γνώρισε τον Γκιουλέρ μόλις το 2003, όταν έγραφε το Ιστανμπούλ. Είχε, βέβαια, προϋπάρξει μια συνάντηση, το 1994, όταν ο Γκιουλέρ φωτογράφισε τον συγγραφέα: «Επειδή ήταν γνωστός και ως φωτογράφος διάσημων συγγραφέων και καλλιτεχνών. Οταν, το 1994, για πρώτη φορά φωτογράφισε και εμένα, σκέφτηκα ότι πλέον ήμουν γνωστός συγγραφέας» γράφει ο Παμούκ. Υπήρχε όμως μία ακόμη σχέση μεταξύ τους. Ο Γκιουλέρ δημοσίευε φωτογραφίες, κατά τη δεκαετία του 1970, στο μεγάλης κυκλοφορίας εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης «Ηayat», το οποίο εξέδιδε ο ποιητής Σεβκέτ Ράντο, σύζυγος της θείας του Παμούκ, Τουρκιάν. Καμία άλλη πόλη δεν είναι ταυτισμένη τόσο πολύ με το μάτι ενός φωτογράφου. Αν θες να δείξεις την Κωνσταντινούπολη, θα τη δείξεις μέσα από τις φωτογραφίες του Γκιουλέρ. Ο ρεαλισμός, η νοσταλγία, αλλά και η περίφημη μελαγχολία, συμπυκνώνονται σε αυτά τα κλισέ. Και ενώ σήμερα η Κωνσταντινούπολη έχει αλλάξει, ο κόσμος του Γκιουλέρ μοιάζει ακίνητος. Φτωχά παιδιά από την Ανατολία τρέχουν στους βρώμικους δρόμους των γειτονιών πίσω από το Φανάρι και κάθε φθινόπωρο και χειμώνα που ο Βόσπορος γεμίζει ψάρια χιλιάδες ψαρόβαρκες ξαναβγαίνουν στον Βόσπορο και στον Κεράτιο.

Το τι είναι ο Γκιουλέρ το λέει καλύτερα από κάθε άλλον ο Ορχάν Παμούκ: «Η μεγάλη επιτυχία του Αρά Γκιουλέρ είναι ότι αιχμαλώτισε και διαφύλαξε όχι μόνον τις δικές μου οπτικές μνήμες, αλλά και εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, με όλη την ποιητικότητα και τον πλούτο τους. Κάθε φορά που παρατηρώ τις λεπτομέρειες των φωτογραφιών του Αρά Γκιουλέρ αισθάνομαι την επιθυμία να τρέξω στο γραφείο μου και να γράψω για την πόλη μας».

Από τις 11 Μαΐου ως το τέλος του Ιουλίου,σε μια μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά στην Ελλάδα φωτογραφίες του Αρά Γκιουλέρ. Ο μεγάλος φωτογράφος, ο οποίος δεν έχει ταξιδέψει ποτέ στη χώρα μας, έχει εκδηλώσει την επιθυμία να έρθει για τα εγκαίνια. Για την έκδοση του λευκώματος ο Ορχάν Παμούκ έγραψε ειδικό πρόλογο με τίτλο «Η Πόλη του Αρά Γκιουλέρ».
tovima

Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Η λάμψη επιστρέφει στην αρχαία Νικόπολη


Ενα μοναδικό στην Ελλάδα αρχαιολογικό πάρκο 13.500 στρεμμάτων θα στηθεί στην πόλη των ρωμαίων αυτοκρατόρων

Πρόκειται για τον μοναδικό αρχαιολογικό χώρο της Ελλάδας που εκτείνεται σε 13.500 στρέμματα, στα οποία περιλαμβάνεται ολόκληρη πόλη με τα δημόσια και ιδιωτικά της κτίρια, τους ελεύθερους χώρους και τους δρόμους της. Η αρχαία Νικόπολη, που έλαβε την ονομασία της από τη μεγάλη νίκη του Οκταβιανού Αυγούστου εναντίον του στόλου του Μάρκου Αντωνίου και της Κλεοπάτρας στο Ακτιο το 31 π.Χ. και είναι από τους γοητευτικότερους χώρους της Δυτικής Ελλάδας, διεκδικεί δυναμική παρουσία χάρη στο εκτεταμένο πρόγραμμα παρεμβάσεων που θα την αναδείξουν διεθνώς...

Υποδομές παροχής υπηρεσιών που θα περιλαμβάνουν κέντρο υποδοχής των επισκεπτών και πάρκινγκ, κέντρο πληροφόρησης, δίκτυο διαδρομών και χώρους στάσης με καθιστικά για τη θέαση των αρχαιοτήτων στοχεύουν στην καλύτερη δυνατή περιήγηση του αρχαιολογικού χώρου και στη γνωριμία του κοινού με το πλήθος των μνημείων. Επίσης προβλέπονται περιφράξεις των μεγάλων μνημειακών συνόλων και φυλάκια, φωτισμοί για την ανάδειξη των μνημείων, εκτεταμένες φυτεύσεις με δέντρα και φυτά της περιοχής, μέτρα αποστράγγισης και απορροής των υδάτων, ως και συγκοινωνιακές ρυθμίσεις.

Το σύνολο συνιστά εξαιρετική πρόταση, από τις πλέον ολοκληρωμένες για την προστασία και ανάδειξη αρχαιολογικού χώρου, όπως σημείωσε η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΟΤ) κυρία Λίνα Μενδών η κατά την παρουσίαση του πλάνου την περασμένη Τρίτη το βράδυ στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο από τον πρόεδρο της Επιτροπής Νικόπολης, αρχαιολόγο κ. Κ. Ζάχο, υπεύθυνο για το έργο. Να σημειωθεί άλλωστε ότι η μελέτη- στην πραγματικότητα, σύνολο μελετών- προέκυψε από διεθνή διαγωνισμό με προϋπολογισμό 1 εκατ. ευρώ, ο οποίος προκηρύχθηκε από την Περιφέρεια Ηπείρου. Ε ν μέσω αγροτικών καλλιεργειών, κτηνοτροφικών εκτάσεων αλλά και σύγχρονων οδικών αξόνων βρίσκονται σήμερα τα αρχαία, γι΄ αυτό, όπως είπε ο κ. Ζάχος, «η μελέτη στοχεύει, πέραν των άλλων, στη συμφιλίωση των αντιθέσεων που έχουν παγιωθεί στην περιοχή προς όφελος των μνημείων όσο και της κοινωνίας, συνιστώντας ένα νέο και ευρύτερο αναπτυξιακό μοντέλο». Είναι προφανή άλλωστε και τα οικονομικά οφέλη της περιοχής από την αξιοποίηση της Νικόπολης. Σύμφωνα με τις αρχές της μελέτης, λοιπόν, ο αρχαιολογικός χώρος δεν περιφράσσεται ολόκληρος αλλά μόνο ορισμένοι μνημειακοί πυρήνες (όπως οι νεκροπόλεις, η παλαιοχριστιανική πόλη κτλ.), οι οποίοι επιπλέον ενοποιούνται μέσω συγκεκριμένων διαδρομών.

Το ίδιο θα ισχύσει και σε μνημεία τα οποία είτε αποτελούν κομβικά σημεία στον πολεοδομικό ιστό είτε διασώθηκαν αλλάζοντας χρήση σε μεταγενέστερες εποχές (το Επισκοπικό Μέγαρο, οι Κεντρικές Θέρμες κτλ.). Βασική προϋπόθεση όλων αυτών όμως αποτέλεσε η ηπιότητα των παρεμβάσεων έτσι ώστε να μην αλλοιωθεί το φυσικό και ιστορικό τοπίο. Σοβαρό πρόβλημα, ωστόσο, το οποίο δεν έχει επιλυθεί παρά τις προσπάθειες ετών είναι η διέλευση της εθνικής οδού διά μέσου του αρχαιολογικού χώρου, η οποία τον διχοτομεί και υποβαθμίζει τη σημασία του. Η αναμενόμενη ένταξη του έργου στο ΕΣΠΑ θα δώσει την ώθηση για την υλοποίησή του.

Ενα μουσείο για τον Οκταβιανό

Σχεδιαστική αναπαράσταση του μαρμάρινου βωμού του Οκταβιανού Αυγούστου, με ανάγλυφες παραστάσεις τροπαίων της νίκης (στην κάτω ζωφόρο) και τον θρίαμβό του στη Ρώμη (στην άνω ζωφόρο)
Κτίριο «βυθισμένο» κατά το ήμισυ στο χώμα και κρυμμένο καλά από τις ελιές που φυτρώνουν σε λόφο της Νικόπολης με θέα στη θάλασσα πρόκειται να κατασκευαστεί για να στεγάσει ένα μοναδικό εύρημα: τον βωμό του «Μνημείου του Αυγούστου», που είχε ανεγείρει ο νικητής της ναυμαχίας του Ακτίου. Το Μνημείο ήταν ένα τεράστιο οικοδόμημα σχήματος «Π», στην ανοικτή πλευρά του οποίου υπήρχε ένας χαμηλότερος τοίχος όπου είχαν ενσωματωθεί τα χάλκινα έμβολα των πλοίων των ηττημένων ενώ στο κέντρο βρισκόταν ο μαρμάρινος βωμός.

Το πρώτο και εντυπωσιακό στοιχείο για την ύπαρξη αυτού του βωμού ήρθε στο φως το 2001 και αμέσως διαπιστώθηκε η μοναδικότητά του. Πρόκειται για μαρμάρινη πλάκα με ανάγλυφη διακόσμηση, η οποία απεικονίζει μέρος της περίφημης θριαμβευτικής πομπής του Αυγούστου ενώ εισέρχεται στη Ρώμη το 29 π.Χ. Με ύψος πάνω από τρία μέτρα ο βωμός έφερε δύο ζωφόρους, μήκους 22 μέτρων η καθεμία. Στην κατώτερη απεικονίζονταν τα τρόπαια της μάχης (ασπίδες, περικεφαλαίες, θώρακες, βέλη, τόξα, έμβολα πλοίων κτλ.), ενώ στην άλλη ο θρίαμβος του Οκταβιανού στη Ρώμη, όπου εισερχόταν με βλέψεις αυτοκράτορα.

Τμήμα αυτού του βωμού, μια γωνία του συγκεκριμένα, σκοπεύει να αποκαταστήσει ο κ. Ζάχος με αυθεντικό υλικό στο μικρό μουσείο των 500 τ.μ. που πρόκειται να κτισθεί. Τα 50.000 μαρμάρινα θραύσματα από τις ζωφόρους, που έχουν εν τω μεταξύ αποκαλυφθεί, πολλά από τα οποία με ανάγλυφη διακόσμηση συνηγορούν υπέρ του εγχειρήματος. Θα εκτεθούν όμως και νομίσματα, επιγραφές, κεραμική και ό,τι άλλο σχετίζεται με το θέμα ενώ βεβαίως θα υπάρχουν αναπαραστάσεις του μνημείου.

Με ρωμαϊκό σύστημα
Σύμφωνα με το ορθογώνιο πολεοδομικό σύστημα των Ρωμαίων κτίσθηκε η Νικόπολη στην πεδινή λωρίδα μεταξύ Ιονίου και Αμβρακικού. Διέθετε οχύρωση με μνημειακές πύλες, υδραγωγείο για να μεταφέρει νερό από τον ποταμό Λούρο, προάστια, νεκροταφεία και λιμάνια. Οσο για τους κατοίκους, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, υποχρεώθηκαν να μετοικήσουν σε αυτήν άνθρωποι από τη γειτονική Λευκάδα και την Αιτωλία.

Σημαντικότερα μνημεία της που σώζονται σήμερα είναι το Στάδιο, το Θέατρο και το Γυμνάσιο όπου τελούνταν τα Ακτια, το Μνημείο του Αυγούστου, οι Βόρειες Θέρμες στο «εν άλσει Προάστειον» της πόλης, το Ωδείο, το Πρυτανείο, η ρωμαϊκή βασιλική των «Αγίων Αποστόλων», τα Λουτρά της Κλεοπάτρας, οι Κεντρικές Θέρμες, το Παλάτι και η Επαυλη του Μάνιου Αντωνίνου με τα περίτεχνα ψηφιδωτά.
tovima
Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

Οι ρίζες της Αποκριάς στα βυζαντινά χρόνια


Αρχαία ήθη και δρώμενα συμπλέκονται σταδιακά στο πέρασμα του χρόνου μέχρι να πάρει η γιορτή τη νεότερή της μορφή

Οι απόκριες (οι γιορτές στην ύπαιθρο) και το καρναβάλι (οι εκδηλώσεις στ' αστικά κέντρα), στη σημερινή χοντρικά μορφή τους, διαμορφώθηκαν τη βυζαντινή περίοδο.
Συμπεριλάμβαναν ένα πλήθος παμπάλαιων εθίμων, αλλά κυρίως εκφράζανε την ανάγκη για ψυχαγωγία, την απελευθέρωση από τα «μη» και τις απαγορεύσεις μιας κατεξοχήν καταπιεστικής κοινωνίας για τους πολλούς.
Σηματοδοτούν τη μετάβαση από τον χειμώνα προς την άνοιξη, συνδυάζοντας γήινες - υλικές απολαύσεις και μεταφυσικές ανησυχίες. Το λατρευτικό-μαγευτικό σκέλος υποχώρησε με την πάροδο του χρόνου.
Ενισχύθηκε και κυριάρχησε το ψυχαγωγικό. Τόσο, που σήμερα οι απόκριες να ορίζονται από τους λαογράφους ως χρονική περίοδο των μεταμφιέσεων, του γλεντιού, των ελευθεριοτήτων...

Σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό του Γ. Μέγα «οι Απόκριες, όπως παντού, είναι και στην Ελλάδα περίοδος ευθυμίας και διασκεδάσεων.
Πριν μπει στο πέλαγος της Μεγάλης Σαρακοστής, ο χριστιανός, που θα νηστεύει και θα πενθήσει εφτά ολόκληρες εβδομάδες -ούτε γάμοι, ούτε χοροί και πανηγύρια γίνονται, ούτε φορούν κοσμήματα οι γυναίκες στο διάστημα αυτό- αισθάνεται την ανάγκη να διασκεδάσει, να κάνει κάθε είδους τρέλα. Γι' αυτό άλλοτε η αρχή του Τριωδίου αναγγελλόταν είτε με πυροβολισμούς είτε με τον δημόσιο τελάλη είτε με τα τύμπανα...»

Στο Μεσαίωνα
Πότε εισβάλλουν στη μεσαιωνική ζωή οι Απόκριες είναι δυσδιάκριτο. Οι περισσότεροι μελετητές δέχονται ότι αυτό γίνεται βαθμιαία.
Σύμφωνα με τον πρωτοπόρο νεοέλληνα «μεσαιωνολόγο» Κ. Σάθα τ' όνομα απόκρεως βρίσκεται για πρώτη φορά στα χρόνια του Ιουστινιανού (6ος αιώνας). Δηλώνονταν μ΄ αυτό οι τελευταίες μέρες πριν από τη Σαρακοστή προς το Πάσχα. Ο χρονογράφος Θεοφάνης μιλά για τη «προ της νηστείας του Πάσχα Αποκρεωσίμου».
Δυο αιώνες αργότερα - στην περίοδο των εικονομάχων βασιλέων - η λέξη εκφράζει κάποιες βακχικές γιορτές. Την εποχή των Παλαιολόγων είναι συνυφασμένη και με το θέατρο.
Ο Φαίδων Κουκουλές, που πρώτος ασχολήθηκε συστηματικά με τα λαϊκά θεάματα και τις διασκεδάσεις στο Βυζάντιο, αναφέρει ότι υπαινιγμούς για διασκεδάσεις, τραγούδια και παιχνίδια στις απόκριες βρίσκουμε από τον 8ο αιώνα. Ετσι, στους κατηχητικούς λόγους του Θεοδώρου Στουδίτου διαβάζουμε ότι την «ημέραν ταύτην άδουσιν άσματα δαιμονικά, ήγουν τραγούδια και παίζουν ωσάν μικρά παιδιά».
Σύμφωνα με το εξελικτικό σχήμα, που υιοθετεί ο Σάθας (το διατυπώνει για πρώτη φορά στο κυριακάτικο περιοδικό «Εστία» το 1878), οι απόκριες προέρχονται από τις ρωμαϊκές καλένδες (γιορτές για την έναρξη του μήνα και της χρονιάς). Με την πάροδο των αιώνων συμπόσια, θεατρικές παραστάσεις και μασκαρέματα από διάφορες εορταστικές εκδηλώσεις συγχέονται και την υστεροβυζαντινή περίοδο προκύπτουν ως σύνθεση οι απόκριες.
Σχηματικά, σε μια εκκλησιαστική ανάγνωση καταρχήν υπήρχε η περίοδος προπαρασκευής για το Πάσχα, η Mεγάλη Σαρακοστή. Από τον 6ο αιώνα άρχισαν να προστίθενται εβδομάδες προετοιμασίας για τη νηστεία και σταδιακής αποχής από το κρέας και τα γαλακτοκομικά. Ετσι, τελικά, καθιερώθηκαν τρεις εβδομάδες προετοιμασίας πριν από τη Mεγάλη Σαρακοστή. Δυσβάστακτο το βάρος των σαράντα ημερών και θέλει παρατεταμένη «προετοιμασία»...

Εθιμο με... αρχαιοελληνική καταγωγή
Από την περασμένη Τσικνοπέμπτη, για όσους δεν το έχουν αντιληφθεί, έχουν αρχίσει οι «μεγάλες» Απόκριες. Οι τρανές, κατά παρήχηση της ερχόμενης Τυρινής ή Τυροφάγου Κυριακής.
Για την προέλευση των Απόκρεω, στα καθ΄ ημάς, έχει χυθεί πολύ μελάνι στο παρελθόν. Ιδιαίτερα προς τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν αρχίζουν οι εκδηλώσεις να παίρνουν τη μορφή καρνάβαλου στ΄ αστικά κέντρα. Απηυδισμένος από τα πιθανά και απίθανα, που γράφονταν τότε, κάποιος λόγιος αρθρογράφος του περιοδικού «Ακρόπολις Φιλολογική» σημείωνε: «Αποκριά είναι η γιορτή, που η αρχή της χρονολογείται από τη γέννηση της τρέλας στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Η τρέλα, πάλι, είναι αχρονολόγητος , διότι συνυπήρξε με τους πρώτους ανθρώπους...»
Μια από τις τελευταίες «τρέλες» στον χώρο της παρα-λαογραφίας θέλει το καρναβάλι να είναι ένα καθαρόαιμο αρχαιοελληνικό έθιμο! Υποτίθεται ότι προέρχεται από τ΄ αρχαία Κάρνεια (λατρευτικές εκδηλώσεις για τον Απόλλωνα) και το ρήμα βαλλίζω (χοροπηδώ)! Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, το καρναβάλι είναι η αρχαιότερη ελληνική γιορτή.
Παρόμοιες παρετυμολογήσεις, με εμμονή στην απόδειξη της συνέχειας στα ελληνικά ήθη και έθιμα ανά τους αιώνες, έχουν δει επανειλημμένα το φως. Η πιο γνωστή απ΄ αυτές, κατά το παρελθόν, θέλει η λέξη να προέρχεται από το λατινικό carrus navalis (ναυτικό αμαξάκι) και να παραπέμπει σε αρχαίες διονυσιακές τελετές. Επειδή ο Διόνυσος μεταφερόταν με τροχοφόρα πλοιάρια στ΄ Ανθεστήρια (δρώμενα και γιορτές στην αρχαία Αθήνα για την εναλλαγή χειμώνα και άνοιξης).
Εχουν το γούστο τους οι ερμηνείες αυτές κι άλλες παρόμοιες, αλλά δεν αντέχουν στην κριτική...
Από τότε που ελληνική λαογραφία ενηλικιώθηκε είναι παραδεκτό ότι συμπίπτουν απολύτως σημασιολογικά η νεοελληνική Αποκριά με το μεσαιωνικό καρναβάλι (λατινικά carnem levare ή carnis levamen = άρση ? απαγόρευση κρέατος, γεια ? αντίο- εξαφανίσου κρέας).
Οπως επίσης είναι παραδεκτό ότι οι αποκριάτικες εκδηλώσεις και τα καρναβάλια συσχετίζονται τόσο με αρχαίες όσο και μεσαιωνικές τελετές και δοξασίες.
Το ανατρεπτικό μήνυμα της αποκριάς

Καθολική αντιστροφή των κοινωνικών ρόλων
Τι είναι η αποκριά; Μια απάντηση, μέσα στις τόσο πολλές, εναρμονισμένη με το ανάλαφρο πνεύμα την ημερών θα ήταν: Είναι ακριβώς το αντίθετο απ' αυτό που υποδηλώνει το όνομά της! Οχι αποχή από το κρέας, αλλά κρεοφαγία! Πέρα από περιόδους, προέλευση των λατρευτικών εθίμων, εθνικών τύπων διασκέδασης και τοπικών χαρακτηριστικών, τούτη η ανατροπή είναι ένα κοινό γνώρισμα. Ισχύει, μάλιστα, τόσο για τον παραδοσιακό γιορτασμό στην ύπαιθρο, αλλά και για το μεταγενέστερο αστικό καρναβάλι, που διαμορφώθηκε για μαζικούς ψυχαγωγικούς σκοπούς.
Η εκπληκτική ομοιότητα στα πιο διαφορετικά μήκη και πλάτη της Γης δεν μπορεί να οφείλεται αποκλειστικά ή κυρίως σε δάνεια. Κατά κάποιον τρόπο είναι επακόλουθο ενός γενικού κώδικα «μιας διαχρονικής πολυεθνικής γλώσσας του λαϊκού γέλιου, του λαϊκού καρνάβαλου», όπως έχει επισημανθεί.
Σε μια κλασική μελέτη του ο Γ. Κιουρτσάκης θέτει από την άποψη, που ενδιαφέρει εδώ, ως εξής το θέμα: «Οι καρναβαλικές γιορτές που τελούν πρωταρχικά ένα κοσμικό γεγονός -την εναλλαγή των εποχών και την ανανέωση της φύσης- διακρίνονται από την κοινή τάση να αντιστρέφουν επίμονα και συστηματικά την τάξη και τις ιεραρχίες της κοινωνίας. Το γύρισμα του χρόνου εκφράζεται με ένα καθολικό αναποδογύρισμα. Την οικοδόμηση ενός κόσμου από την ανάποδη, όπου οι άνθρωποι βγάζουν τα ρούχα τους και τα ξαναφορούν ανάποδα, οι άντρες ντύνονται γυναίκες και οι γυναίκες άντρες, ο ζητιάνος ενθρονίζεται βασιλιάς και ο καντηλανάφτης πάπας, ο τρελός ανακηρύσσεται σοφός...»

Τα συστατικά στοιχεία
Προχωρώντας από τις αρχαίες αγροτικές κοινωνίες στις μεσαιωνικές και τις νεότερες, το γέλιο, οι αστεϊσμοί, οι βωμολοχίες, η διακωμώδηση γίνονταν συστατικά στοιχεία των γιορτασμών της γονιμότητας και της βλάστησης στην εναλλαγή των εποχών. Τα στοιχεία αυτά κατείχαν δεσπόζοντα ρόλο στο τελετουργικό. Η σημασία τους, σύμφωνα με τον θεωρητικό και ιστορικό της λογοτεχνίας, Μιχαήλ Μπαχτίν, έγκειται: στην καθολικότητά τους (γελοιοποίηση όλων των πλευρών της ζωής), στην αμφισημία τους (καταλύουν και οικοδομούν, εκθρονίζουν και ενθρονίζουν, σκοτώνουν και ανασταίνουν), στην απελευθερωτική τους δύναμη (διακοπή απαγορεύσεων και ιεραρχικών φραγμών) και τέλος στην ανάδειξη της «λαϊκής ανεπίσημης αλήθειας», έναντι της επίσημης αλήθειας των εξουσιαστών.
Η συσσωρευμένη αρνητική ενέργεια, οι καταπιεσμένες, ανεκπλήρωτες σωματικές επιθυμίες βρίσκουν πρόσκαιρη διέξοδο στο καρναβάλι και τα λαϊκά δρώμενα που το συνοδεύουν. Η κουλτούρα του καρναβαλιού και του γέλιου, η οποία αντιπαρατίθεται στην επίσημη κρατούσα κουλτούρα, αποτελούσε την πεμπτουσία των λαϊκών διασκεδάσεων τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση.
Οταν οι γιορτές της βλάστησης περνούν από την ύπαιθρο στις πόλεις (είτε πρόκειται για τις πόλεις της κλασικής Ελληνικής αποχής, είτε της Ρωμαϊκής, είτε της Μεσαιωνικής εποχής), πέρα από τις όποιες διαφοροποιήσεις στο τελετουργικό, αποκτούν ένα επιπλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα, το οποίο τις συνοδεύει μέχρι τις μέρες μας. Πρόκειται για την αντιστροφή των κοινωνικών ρόλων και την κατάργηση των ιεραρχιών.

Πώς οι Απόκριες «άντεξαν» στο πέρασμα του χρόνου
Μεταμφιέσεις
Στους πρωτοβυζαντινούς χρόνους αναφορές σε μεταμφιέσεις αντρών σε γυναίκες και αντίστροφα γίνονται ήδη από τον 4ος αιώνα. Τον επόμενο, μάλιστα, μνημονεύονται, ανάμεσα στ΄ άλλα, μεταμφιέσεις στρατιωτών με σκοπό να διακωμωδήσουν αξιωματικούς τους. Πρόκειται μάλλον για δρώμενα κατά τα Θεοφάνια.

Διαχρονικότητα
Παρά τις εκκλησιαστικές απαγορεύσεις και καταδίκες από νωρίς (7ος αιώνας) οι μεταμφιέσεις συνεχίζονται. Μάλιστα, κατά τον 10ο αιώνα γίνεται μνεία και για κληρικούς μέσα στην εκκλησία μεταμφιεσμένους σε διάφορα ζώα! Τα κατάλοιπα «των ειδωλολατρικών εορτών» άντεξαν και, τελικά, έγιναν αναγκαστικώς ανεκτά.

Η εδραίωση
Τον 13ο αιώνα φαίνεται ότι έχει πια διαμορφωθεί σε γενικές γραμμές η περίοδος των απόκρεω στο Βυζάντιο. Γίνεται λόγος για διασκεδάσεις στην Κωνσταντινούπολη οι οποίες διαρκούν τρεις βδομάδες. Την ίδια περίπου περίοδο ανάλογες διαδικασίες παρατηρούνται στη Γαλλία, την Ιταλία, τη Γερμανία και σε άλλες χώρες.

Το «Μακελλαρικόν» έθιμο
Αρκετοί ειδικοί θεωρούν ότι ένας από τους τακτικούς αγώνες στον περίφημο Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης αποτελεί «γέφυρα» μεταξύ των παλιότερων δρώμενων στη Ρώμη και της χριστιανικής αποκριάς. Πρόκειται για δρώμενα γνωστά με την ονομασία «Μακελλαρικόν ιπποδρόμιον», που γίνονταν τον Φεβρουάριο, λίγο πριν από την αρχή της Τεσσαρακοστής. Τα οργάνωναν οι κρεοπώλες σύμφωνα με την παράδοση των ρωμαϊκών Λουπερκαλίων. Η γιορτή αυτή στην αρχαία Ρώμη ήταν αφιερωμένη στην αρχή της άνοιξης. Λόγω του χαρακτήρα της και της περιόδου του γιορτασμού θεωρείται ότι σ΄ αυτά εντοπίζονται οι ρίζες του αστικού καρνάβαλου.

Παραστάσεις στον Ιππόδρομο
Η σύνδεση της Αποκριάς με τον Ιππόδρομο ήταν πολύ έντονη, υποστηρίζουν σύγχρονοι βυζαντινολόγοι. Τόσο έντονη ώστε, όταν, στα τέλη του 12ου αιώνα, οι αρματοδρομίες είχαν παρακμάσει, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ' Αγγελος διοργάνωνε μιμική παράσταση ιπποδρομίου. Για να διασκεδάσει τους καλεσμένους του την τελευταία Κυριακή των Απόκρεω μετέφερε στο παλάτι των Βλαχερνών και τους αυλούς των Οργάνων από τον Ιππόδρομο. Το «Μακελλαρικόν ιπποδρόμιον» ήταν το τελευταίο της περιόδου των αγώνων και στη διάρκεια της Σαρακοστής δεν λειτουργούσε ο Ιππόδρομος.
Παράσταση μεθυσμένου Διόνυσου που επιστρέφει από το ξεφάντωμα στηριζόμενος σε σάτυρο. Η συσχέτιση των Απόκρεω με τις διονυσιακές τελετές στην αρχαία Ελλάδα είναι κοινός τόπος στη λαογραφία.
etnos

Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

Ο τσάμικος του Χατζιδάκι


Τα δημοφιλή τραγούδια του συνθέτη και οι επιρροές από τη δημοτική, παραδοσιακή μουσική

Πόσοι δεν έχουμε δει τη «Μανταλένα» ή την «Αλίκη στο Ναυτικό» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη «Στέλλα» με τη Μελίνα Μερκούρη ή το «Αλίμονο στους νέους» με τον Δημήτρη Χορν; Πόσοι δεν έχουμε τραγουδήσει από την τελευταία, π.χ., ταινία το «Ας είναι καλά το γινάτι σου»; Πόσοι όμως έχουμε αναλογιστεί ότι το παραπάνω τραγούδι είναι ένας καλαματιανός (7/8); Η Ρενάτα Δαλιανούδη, διδάκτωρ Εθνομουσικολογίας στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη μονογραφία της με τίτλο Μάνος Χατζιδάκις και λαϊκή μουσική παράδοση. Από το δημοτικό και το ρεμπέτικο στο «έντεχνο λαϊκό» τραγούδι παρουσιάζει τη σχέση του συνθέτη με την παραδοσιακή και λαϊκή μουσική. Και αν για πολλούς η σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με το ρεμπέτικο είναι γνωστή και οικεία, η σχέση του με το δημοτικό τραγούδι τώρα αποκαλύπτεται σε όλο το εύρος της...

Πολύ προτού φθάσουμε στα παραπάνω παραδείγματα, όπου ο Μάνος Χατζιδάκις χρησιμοποιεί στοιχεία της δημοτικής παράδοσης στο έργο του, η «τάση» του αυτή είχε φανεί προς τα τέλη της δεκαετίας του ΄40. Το έργο του «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα», γραμμένο το 1946 -1947, είναι ουσιαστικά το πρώτο επίσημο έργο του συνθέτη όπου η αρχιτεκτονική και η δεξιοτεχνία της λόγιας δυτικής μουσικής συνδυάζονται με τους ρυθμούς και τα μοτίβα της λαϊκής και δημοτικής μουσικής. Η επιρροή από τη δημοτική μουσική διακρίνεται πριν απ΄ όλα στους τίτλους που χρησιμοποιούνται: καλαματιανός, συρτός, μπάλλος, τσάμικος, μεγάλη σούστα (εκτός από τους άλλους συνοδευτικούς τίτλους: μαρς, συνομιλία με τον Προκόφιεφ, νυχτερινό), οι οποίοι παραπέμπουν όχι μόνο στα ονόματα των ομώνυμων χορών που ανήκουν στο ελληνικό χορευτικό ρεπερτόριο της ελληνικής δημοτικής μουσικής αλλά και στο περιεχόμενό τους, εφόσον διατηρούν την αναγνωριστική ρυθμική ταυτότητα των παραδοσιακών αυτών χορών.

Κουρέλια και φουστανέλες

Ο ίδιος ο δημιουργός σε συνεντεύξεις του είχε κατά κάποιον τρόπο τεκμηριώσει τη σχέση του με την «ελληνική» μουσική ή τουλάχιστον το πώς εκείνος την αντιμετώπιζε. «Σωστά ευαίσθητος, υγιής, κάτω από τη διδασκαλία των φίλων και των δασκάλων, μαζί με όλα τα άλλα αρνήθηκα τη “σοβαρή” μας μουσική, που η μισή ντυμένη με κουρέλια παρίστανε την Ευ ρώπη και η άλλη μισή με φουστανέλες την “αθάνατη Ελλάδα” μέσ΄ από επαρχιακούς στρατώνες». Και επίσης: «Η καταβολή μου είναι το λαϊκό τραγούδι του τόπου μας και η συμφωνική μουσική. Αυτά τα δύο παίξανε τεράστιο ρόλο. Κάπου στο μέσον βρήκα τη χρυσή τομή για να κάνω το τραγούδι που ονειρεύομαι».

Η σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με την παράδοση υπήρξε αμφίθυμη. Αισθανόταν έρωτα και μίσος για αυτήν. Από τη μία πλευρά υμνούσε την «Ιτιά» παροτρύνοντας τους νέους να χορέψουν τον τσάμικο και τον καλαματιανό. Από την άλλη πλευρά, όμως, θα μπορούσε να νιώθει και απώθηση, εφόσον μεγάλωσε σε εποχές όπου το δημοτικό τραγούδι είχε στραγγαλιστεί και αποστραγγιστεί μέσω της αντιδραστικής προπαγάνδας στρατοκρατόρων και δικτατόρων. Δεν γύρισε όμως την πλάτη του στη δημοτική μας παραδοσιακή μουσική. Αντιθέτως, την ενέταξε στο έργο του, όπως παρουσιάζεται για παράδειγμα μέσα από τις κινηματογραφικές μουσικές του: τα 5/8 στο τραγούδι «Το φεγγάρι είναι κόκκινο», από τη «Στέλλα», το 1955, τα 5/8 στο «Εχω ένα μυστικό», από την ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο», ο καλαματιανός (7/8) στο τραγούδι «Αχ, αντρούλη μου», από την ταινία «Η κυρία Δήμαρχος» του 1960, που τραγουδά η Αννα Χρυσάφη, ή τα 11/8 στο ορχηστρικό ταξίδι «Voyage» από την ταινία «Αμέρικα, Αμέρικα» του Ελία Καζάν, το 1963. Παρούσα στο έργο του Μάνου Χατζιδάκι είναι η κρητική μουσική παράδοση, όπως π.χ. συμβαίνει στον «Καπετάν Μιχάλη» του 1966. Το συγκεκριμένο έργο ανήκει στα δημοτικοφανή και παραδοσιακότροπα έργα του συνθέτη. Ο τελευταίος δεν περιορίζεται μόνο στη μουσική παράδοση της Κρήτης αλλά χρησιμοποιεί και στοιχεία από τη στεριανή μουσική παράδοση σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς.

Παπάκι στους κάμπους
Και στη μουσική για θεατρικά έργα που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις δανείστηκε στοιχεία της παραδοσιακής μουσικής. Στο έργο «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» του Μπέρναρντ Σω (1962) χρησιμοποιεί για πρώτη φορά αυτούσια τη μελωδία ενός παραδοσιακού τραγουδιού την οποία ενσωματώνει στο υπόλοιπο έργο. Στο θεατρικό τραγούδι «Τα έξυπνα παπάκια» ακούγεται ο σκοπός του αιγαιοπελαγίτικου (δωδεκανησιακού) τραγουδιού «Πέρα στους πέρα κάμπους».

Είναι γνωστό ότι η πρωτοτυπία και η επιτυχία των έργων του Μάνου Χατζιδάκι έγκεινται στο γεγονός ότι η λογιότητα συνυπάρχει με τη λαϊκότητα μέσα σε μια διαλεκτική σχέση. Η λόγια μουσική προσφέρει την απαραίτητη τεχνογνωσία για περαιτέρω επεξεργασία ενώ η λαϊκή μουσική παράδοση το υλικό προς επεξεργασία με βάση την τεχνογνωσία αυτή. Πρόκειται, όπως σημειώνει στον επίλογο της μονογραφίας της η Ρενάτα Δαλιανούδη, «για ένα πρωτόγνωρο για την εποχή “μεικτό” είδος μουσικής το οποίο ο ίδιος δημιουργεί ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ΄40: τη “λαϊκογενή” λόγια ή “ημιλόγια” ή την- ατέχνως και αδοκίμως- αποκαλούμενη έντεχνη λαϊκή μουσική, την οποία θεμελιώνει αργότερα με πιο έντονα ιδεολογικά και κυρίως πολιτικά κίνητρα ο Μίκης Θεοδωράκης».

tovima

Διαβάστε περισσότερα...

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

Τα πολιτιστικά κέντρα της Γαλλίας στο εξωτερικό θα λάβουν το όνομα του Βίκτορ Ουγκό


Το όνομα Βίκτορ Ουγκό θα λάβουν τα γαλλικά πολιτιστικά κέντρα και ινστιτούτα στο εξωτερικό, δημιουργώντας ένα σήμα κατατεθέν για το γαλλικό πολιτιστικό δίκτυο, όπως το Ινστιτούτο Γκαίτε στη Γερμανία και το Ινστιτούτο Θερβάντες στην Ισπανία, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.

"Το όνομα Βίκτορ Ουγκό για αυτά τα κέντρα έχει συμφωνηθεί. Στόχος είναι η καλύτερη προβολή των γαλλικών πολιτιστικών δραστηριοτήτων στο εξωτερικό" δήλωσε ένας διπλωμάτης.
Ο Βίκτορ Ουγκό (1802- 1885) ήταν ο μεγαλύτερος Γάλλος συγγραφέας του 19ου αιώνα, που δημιούργησε πλήθος σημαντικών ποιητικών συλλογών και μυθιστορημάτων, ο οποίος έγινε ιδιαίτερα γνωστός με το αριστούργημά του "Οι Άθλιοι".
Επικεφαλής του σχεδίου είναι ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Μπερνάρ Κουσνέρ, ο οποίος στοχεύει να καταστήσει περισσότερο συνεκτικές τις γαλλικές πολιτιστικές επενδύσεις στο εξωτερικό.
Σε 160 χώρες, η Γαλλία έχει 135 κέντρα και ινστιτούτα που συνεργάζονται με το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και ένα δίκτυο 1.000 κέντρων διδασκαλίας της γαλλικής γλώσσας.

Διαβάστε περισσότερα...

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

Μουσείο της Γενιάς του '30


Ο Αγγελος Δεληβορριάς μάς ξεναγεί στην πενταώροφη πολυκατοικία των Χατζηκυριάκων, όπου συνεχίζονται εντατικά οι εργασίες για να στεγαστεί «Ο Γκίκας και η εποχή του»

Η πολυσυζητημένη Γενιά του ‘30 θα αποκτήσει το μουσείο της. Στα τέλη του 2010. Ενα μουσείο, στο οποίο θα συνυπάρξουν, άρρηκτα δεμένοι μεταξύ τους, εκείνοι που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο πολιτισμό της Ελλάδας, σε όλους τους τομείς της τέχνης και του πνεύματος. Ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική, φωτογραφία, αρχιτεκτονική, ποίηση, πεζογραφία, χορός, θέατρο, μουσική...

Μαζί σαν σε ένα ποτάμι που κυλάει: Γκίκας, Τσαρούχης, Μόραλης, Κόντογλου, Εγγονόπουλος, Βασιλείου, Διαμαντόπουλος, Ζογγολόπουλος, Nellly’s, Μπαλάφας, Σωτήρης Σπαθάρης, Ελύτης, Σεφέρης, Ρίτσος, Σαχτούρης, Κουν, Πράτσικα, Μυριβήλης, Μητρόπουλος, Κακογιάννης, Σβορώνος, Πικιώνης, Κουν, Χατζιδάκις... Δεκάδες ονόματα, όλοι όσοι πρέπει να είναι, χρονολογικά.
Στην οδό Κριεζώτου 3, στην καρδιά της Αθήνας, στην παλιά πενταώροφη πολυκατοικία των Χατζηκυριάκων, της μεγάλης υδραίικης οικογένειας, από την οποία προερχόταν ο ζωγράφος Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, ο οποίος έζησε και δημιούργησε εκεί, θα στεγαστεί ο «Γκίκας και η εποχή του» ή αλλιώς η Γενιά του ‘30. Η επωνυμία του μουσείου μένει για το τέλος.
Προς το παρόν συνεχίζονται εντατικά οι εργασίες για το στήσιμο των εκθεμάτων, αφού έχει ολοκληρωθεί η ανακαίνιση του κτιρίου, που είναι αρχιτεκτονικό έργο της δεκαετίας του 1930 κι αυτό, που είχε και στατικά προβλήματα. Εκεί κατοικοεδρεύει ο Αγγελος Δεληβορριάς, διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, έχοντας αναλάβει ακόμη ένα έργο ζωής: να αξιοποιήσει τη δωρεά του Γκίκα (κτίριο και συλλογή), μετατρέποντας την πρώην ομώνυμη πινακοθήκη σε μουσείο μιας ολόκληρης γενιάς.
«Θα είναι ένα πρωτοχρονιάτικο ελπιδοφόρο δώρο στην πρωτεύουσα αυτού του τόπου», μας λέει ο κ. Δεληβορριάς απαντώντας μας στο πότε θα είναι έτοιμο το μουσείο, παράρτημα και συνέχεια του Μουσείου Μπενάκη το οποίο σταματά στα 1922. Θα μπορούσε ίσως να ήταν έτοιμο νωρίτερα, αν υπήρχε οικονομική στήριξη.
«Ειλικρινά, οποιοδήποτε άλλο κράτος διέθετε αυτήν την περιουσία θα ήταν περήφανο και θα την αξιοποιούσε», συνεχίζει ο κ. Δεληβορριάς, τονίζοντας ότι το έργο προχωρεί χάρη στα «απέραντα αποθέματα αντοχής και αισιοδοξίας» και στη στήριξη ιδιωτών, που ελπίζει να αυξηθούν.
Το μουσείο εκτείνεται σε πέντε επίπεδα. Στους δύο τελευταίους ορόφους διατηρούνται, ανακαινισμένα, η κατοικία του Νίκου Χατζηκυριάκου - Γκίκα (4ος), με αρχοντικά σαλόνια (έπιπλα υπάρχουν διάσπαρτα και στους εκθεσιακούς χώρους), γραφείο, βιβλιοθήκες και έργα του και το εργαστήριό του (5ος), ολοζώντανο με το καβαλέτο, τα τακτοποιημένα πινέλα και σύνεργα της δουλειάς του.
Από το ισόγειο έως τον τρίτο όροφο
Μέσα από τη διασύνδεση τεχνών, γραμμάτων και πνευματικής ζωής, αναπτύσσεται η εποχή της Γενιάς του Γκίκα, από το ισόγειο έως και τον τρίτο όροφο του κτιρίου της Κριεζώτου. Επιλεγμένα έργα τέχνης, εκδόσεις, δίσκοι, μακέτες κ.λπ., από τις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη, από δωρεές ειδικά για τον σκοπό, παρακαταθήκες και αγορές, περιμένουν σε πάγκους και πατώματα να πάρουν τη θέση τους.
Στο ισόγειο: γλυπτά του Τόμπρου, ο Γάμος του Καραγκιόζη, με φιγούρες του Σ. Σπαθάρη, Κόντογλου, ζωγραφικά του Πικιώνη, φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου, Στέρης, Κεφαλληνός και άλλοι στους τοίχους. Στις προθήκες το πρώτο Νόμπελ, Γιώργος Σεφέρης, ο Καρούζος κ.ά.
Η τελευταία ενότητα, με Μόραλη, Αργυράκη, Κουλεντιανό, Μπαλάφα, αλλά και Ραλού Μάνου, Ξενάκη, Θεοδωράκη, Μποστ, Κατσαρό, Λορεντζάτο, Σαχτούρη, Αναγνωστάκη (μαζί με Κατσαρό και Μπαχαριάν κάνουν τη γωνιά «Ηρώον της εξορίας») κ.ά., καταλήγει σε αφιέρωμα στον Χατζηκυριάκο - Γκίκα.
Κρίσιμη περίοδος
«Η Γενιά του ‘30 είναι ό,τι καλύτερο έχει να δείξει η πνευματική ζωή του τόπου, σε μια περίοδο κρίσιμη, που έχει πίσω της το ‘22 και μπροστά της το ‘40, τον Εμφύλιο, το 1967», λέει ο κ. Δεληβορριάς.

ethnos


Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010

Η Ιστορία άλλαξε χέρια


Σε αμερικανό δισεκατομμυριούχο το πολύτιμο αρχείο φωτογραφιών του ΜΑGΝUΜ

Το αρχείο του φωτογραφικού πρακτορείου Μagnum, που έχει καταγράψει εικόνες από την Ιστορία του 20ού αιώνα, άλλαξε ιδιοκτήτη και ετοιμάζεται για δημόσιες εμφανίσεις. Ο δισεκατομμυριούχος Μάικλ Ντελ της αμερικανικής εταιρείας ηλεκτρονικών υπολογιστών Dell απέκτησε το αρχείο των 185.000 φωτογραφιών του πρακτορείου διάσημων φωτογράφων, όπως ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν και ο Γιόζεφ Κουντέλκα.
Η αγορά αυτή θεωρείται από τις μεγαλύτερες στην Ιστορία. Το ποσό που κατέβαλε ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος δεν έγινε γνωστό. Διέρρευσαν όμως πως 100 εκατ. δολάρια ήταν μόνον τα ασφάλιστρα της μεταφοράς του αρχείου από τη Νέα Υόρκη στην περιοχή του Όστιν...

Το αρχειακό φωτογραφικό υλικό δεν πρόκειται να μείνει αθέατο, δήλωσε ο νέος ιδιοκτήτης του Μagnum, ο οποίος συμφώνησε με το Πανεπιστήμιο του Τέξας η συλλογή να φιλοξενηθεί στο Κέντρο Χάρι Ράνσομ και να είναι προσβάσιμη στο κοινό. Το ερευνητικό κέντρο θεωρείται ένας από τους κορυφαίους κατόχους αρχειακού υλικού του 19ου και του 20ού αιώνα.

Έτσι ανάμεσα στα έγγραφα της Υπόθεσης Γουότεργκεϊτ, το αρχείο του Νόρμαν Μέιλερ, τα χειρόγραφα του «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόις, βρίσκονται από σήμερα και τα πρωτότυπα ιστορικών φωτογραφιών των μελών του Μagnum. Όπως το στιγμιότυπο του Μπομπ Άντελμαν από την εκφώνηση του λόγου του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στα σκαλιά του μνημείου του Λίνκολν το 1963 ή από τον Ντένις Στοκ το πορτρέτο του Τζέιμς Ντιν που περπατά στην άδεια Τάιμς Σκουέαρ μια βροχερή ημέρα του 1955.

Το κέντρο Χάρι Ράνσομ πρόκειται να περάσει σε ψηφιακό αρχείο τα 185.000 πρωτότυπα. Τα δικαιώματα των φωτογραφιών θα παραμείνουν στα ίδια τα μέλη του Μagnum ή τους διαχειριστές της περιουσίας τους.

Ο διευθυντής του ιστορικού πρακτορείου Μαρκ Λούμπελ ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε να διαχειριστεί το μέλλον του στη σύγχρονη εποχή. Η αλλαγή της τεχνολογίας και η μετάβαση στην ηλεκτρονική μορφή ενημέρωσης έπληξε την παραδοσιακή πρακτική του φωτογραφικού πρακτορείου που συνήθιζε να δουλεύει με εκτυπώσεις και να συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά.

53 χρόνια μετά...

● Το πρακτορείο Μagnum ιδρύθηκε το 1947- στο απόγειο της φωτοειδησεογραφίας.

● Είχε ως έδρα τη Νέα Υόρκη και παραρτήματα σε Λονδίνο, Παρίσι και Τόκιο.

● Τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη Ρόμπερτ Κάπα, Ντέιβιντ «Τσιμ» Σέιμορ, Τζορτζ Ρότζερ και Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν δημιουργησαν μία δομή αυτοδιαχείρισης ώστε να καταργήσουν τους μεσάζοντες ανάμεσα στον φωτογράφο και τα έντυπα.

● «Σκοπός τους ήταν να προστατεύσουν την αισθητική άποψη του φωτογράφου, ο οποίος είχε δικαίωμα να ορίσει τον τρόπο αναπαραγωγής της εικόνας του», εξηγεί στο Βloomberg. com ο Πίτερ Γκαλάσι, επιμελητής του τμήματος φωτογραφίας του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.
tanea

Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

Πορτραίτο του Πικάσο πουλήθηκε 9,3 εκατομμύρια ευρώ


Σε δημοπρασία στο Λονδίνο

Το "Κεφάλι Γυναίκας (Ζακλίν)", ένα πορτραίτο της δεύτερης συζύγου και μούσας του, Ζακλίν, που φιλοτέχνησε το 1963 ο Πάμπλο Πικάσο, πουλήθηκε σε δημοπρασία στο Λονδίνο στην τιμή των 12,7 εκατομμυρίων δολαρίων (9,3 εκατ ευρώ), δηλαδή στη διπλάσια τιμή και πλέον από την αρχική εκτίμηση.

Ο οίκος δημοπρασιών Christie's ανακοίνωσε ότι ο πίνακας, τον οποίο δεν είχε δει το κοινό από το 1967 και ανήκε στην ίδια συλλογή από το 1981, δεν είχε βγει μέχρι σήμερα σε δημοπρασία.





Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Αρχαίο λάπτοπ από την Ήπειρο


O Μηχανισμός των Αντικυθήρων, το αρχαιότερο- αναλογικό- λάπτοπ, μπορεί πλέον να μετονομαστεί σε Μηχανισμό της Ηπείρου ή της Κέρκυρας ή του αρχαίου Βουθρωτού.

Γιατί μπορεί να πήρε το όνομά του από τον τόπο όπου βρέθηκε, γεννήθηκε όμως πολύ βορειότερα, ίσως στην αρχαία Δωδώνη, το αρχαίο Βουθρωτό ή την Κέρκυρα.
«Πρόκειται ουσιαστικά για τον πρώτο στον κόσμο αναλογικό υπολογιστή που κατασκευάστηκε πριν από 2.000 χρόνια και υπολόγιζε με απόλυτη ακρίβεια τη θέση του Ήλιου, της Σελήνης και των πλανητών, προέβλεπε εκλείψεις και προσδιόριζε την ημερομηνία τέλεσης των αρχαίων στεφανιτών αγώνων (σ.σ.: στους οποίους οι νικητές αθλητές στεφανώνονταν) της εποχής», εξηγεί ο καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γιάννης Σειραδάκης, που εποπτεύει τη μοναδική ανά τον κόσμο διδακτορική διατριβή για τον πολυσυζητημένο μηχανισμό, η οποία εκπονείται με ειδική υποτροφία του ΑΠΘ. Προσδιόριζε δε, όπως φαίνεται, ιδιαιτέρως την εποχή τέλεσης των στεφανιτών αγώνων στη Βορειοδυτική Ελλάδα...

Από τότε που βρέθηκε από σφουγγαράδες σε όρμο των Αντικυθήρων, πριν από 108 χρόνια, κάποιοι μελετητές είχαν εικάσει πως ο μηχανισμός προερχόταν από τη Ρόδο και Ρόδιους τεχνίτες της εποχής- σχεδόν έναν αιώνα πριν από τη γέννηση του Χριστού.

Άλλοι πως προερχόταν από την Αθήνα και απλώς χάθηκε στον δρόμο για τα Κύθηρα... Η επιχείρηση αποκρυπτογράφησης του μυστηριώδους μηχανισμού των Αντικυθήρων, του οποίου η «καταγωγή» τοποθετείται με βάση τα νέα στοιχεία μεταξύ Κέρκυρας- Δωδώνης- Βουθρωτού, θα συνεχιστεί «επ΄ άπειρον και θα εξάγονται άπειρα συμπεράσματα», όπως είπε στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Γιάννης Σειραδάκης.

Η διδακτορική εργασία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης άρχισε πριν από ενάμιση χρόνο και μέχρι σήμερα προχώρησε στην εξαγωγή του βασικού συμπεράσματος για την προέλευση, αλλά και την τεχνική που ακολουθήθηκε στη δημιουργία του.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Γιάννη Σειραδάκη, αλλά και το μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής της διδακτορικής εργασίας Στέλλα Δρούγου, καθηγήτριας Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, οι στεφανίτες αγώνες αναγράφονται στην κυκλική κλίμακα του μηχανισμού- οι πιο γνωστοί ήταν τα Ίσθμια, οι Ολυμπιακοί, τα Πύθια και τα Νέμεα- αλλά προστίθενται και αυτοί της Δωδώνης, με την ονομασία της περιοχής και της εποχής, Νάια ή Νάα.

Στην πίσω πλευρά των σπειρών του μηχανισμού, στον λεγόμενο «κύκλο του Μέτωνα», αναγράφονται οι συνοδικοί μήνες με 235 υποδιαιρέσεις και σε κάθε υποδιαίρεση αναγράφεται το όνομα κάθε μήνα (Αγριάνιος, Ευκλείος κ.ά.- με αντιστοιχίες στις σημερινές ονομασίες των μηνών). Οι ονομασίες των μηνών, όπως αυτές αναγράφονται στον Μηχανισμό των Αντικυθήρων, δεν παραπέμπουν σε ονομασίες «νοτίων» πόλεων (Αθήνα, Ρόδος, Έφεσος, Πέργαμος κ.ά.), αλλά μόνο σε αντίστοιχες της Βορειοδυτικής Ελλάδας.

Εξάλλου, το σημείο όπου παραπέμπουν οι πλανήτες, με βάση την τοποθέτησή τους στον μηχανισμό, είναι νότια ή ανατολικά. Καθώς οι εν λόγω πλανήτες τότε ήταν ορατοί μόνο από το γεωγραφικό πλάτος που περικλείει τη Βορειοδυτική Ελλάδα. Σύμφωνα δε με τα πρώτα συμπεράσματα της μελέτης του «αρχαιότερου υπολογιστή», όπως χαρακτηρίστηκε ο μηχανισμός, στην κατασκευή των σπειρών του δεν χρησιμοποιήθηκε η γνωστή τότε «τέλεια» μέθοδος του μαθηματικού Αρχιμήδη (η ακτίνα της σπείρας είναι αντίστοιχη με τη γωνία περιστροφής της), αλλά η απλούστερη και λιγότερο ακριβής μέθοδος των ημικυκλίων.
thesprotia-news


Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Ο "βιολιστής του Άουσβιτς" θυμάται...


Κρατούμενος "121000097". Αυτό το νούμερο τού έδωσαν οι ναζί, όταν έφτασε στο στρατόπεδο-κολαστήριο του Άουσβιτς ΙΙ - Μπιρκενάου. Ήταν Μάιος του 1943.

Σήμερα, διανύει πλέον το 97ο έτος της ηλικίας του, αλλά το μελάνι από το τατουάζ της ντροπής στο αριστερό του μπράτσο παραμένει ανεξίτηλο και ευανάγνωστο. Από την άμεση απάντηση που δίνει στο τηλέφωνο, γίνεται αντιληπτό ότι δεν χρειάστηκε καν να κοιτάξει για να το θυμηθεί. Μήπως άραγε, θα ήταν ποτέ δυνατόν να ξεχάσει…

Το όνομα του Θεσσαλονικιού εβραίου Ιακώβ (Ζακ) Στρούμσα (Jacques Strοumsa) πέρασε στην ιστορία μ' έναν καθ' όλα οξύμωρο τρόπο. Έγινε γνωστός μετά την απελευθέρωση, ως ο "βιολιστής του Άουσβιτς". Στην πραγματικότητα το βιολί δεν ήταν γι' αυτόν μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας. Ήταν μια υπαγορευμένη υπηρεσία, απάνθρωπη. Ένας βαρύς καταναγκασμός, σε κάποιο βαθμό και μηχανισμός αυτοπροστασίας για όσο καιρό έπαιζε στη στρατιωτική ορχήστρα του Άουσβιτς - Μπιρκενάου, ως "το πρώτο βιολί".

"Από το πρωί (έπαιζα), από τις έξι και για δυόμιση ώρες συνεχώς -και άλλες τόσες το βράδυ- όταν οι κρατούμενοι επέστρεφαν από τη δουλειά. Παίζαμε μόνο στρατιωτικά τραγούδια και εμβατήρια. Ήμουν το πρώτο βιολί της ορχήστρας, καθώς πριν από τον πόλεμο είχα πάει στο ωδείο και είχα διδαχθεί μουσική", λέει ο κ. Στρούμσα.

Στο τηλεφώνημά μας, στο Ισραήλ, απαντά η σύζυγος του Λώρα και τού περνάει το ακουστικό. Παρά την προχωρημένη ηλικία του δείχνει πρόθυμος να μιλήσει, να ξαναθυμηθεί την κόλαση που έζησε, με αφορμή τα 65 χρόνια από τη συμπλήρωση της απελευθέρωσης του Άουσβιτς.

Το στρατόπεδο - κολαστήριο, σύμβολο της ναζιστικής θηριωδίας, άρχισε να χτίζεται από τον Ιούνιο του 1940, με τις οδηγίες του Χάινριχ Χίμλερ, στη βιομηχανική περιοχή της Σιλεσίας. Η συνολική του έκταση ανερχόταν στα 40 χμ² και αποτελούνταν από τρία κύρια συγκροτήματα (Άουσβιτς Ι, Άουσβιτς ΙΙ - Μπίρκεναου και Άουσβιτς ΙΙΙ -Μόνοβιτς) και 39 δευτερεύοντα στρατόπεδα. Συνολικά, εκτοπίστηκαν στο Άουσβιτς περισσότεροι από 1,3 εκατομμύρια άνθρωποι, από τους οποίους τουλάχιστον 1,1 εκατομμύρια εξοντώθηκαν (Εβραίοι, τσιγγάνοι, σλάβοι, αιχμάλωτοι πολέμου, κ.α.). Περίπου 900.000 υπολογίζεται ότι πέθαναν άμεσα, έπειτα από επιλογή που έγινε κατά την άφιξή τους. Άλλοι 200.000 άνθρωποι πέθαναν από ασθένειες, υποσιτισμό, κακοποιήσεις, εκτελέσεις, θανατηφόρες ενέσεις, απαγχονισμό, συνεπεία ιατρικών πειραμάτων ή δολοφονήθηκαν με αέριο "Κυκλώνας Β", σε ειδικούς θαλάμους (θάλαμοι αερίων).

Το πρώτο τμήμα του στρατοπέδου που απελευθερώθηκε το μεσημέρι της 27ης Ιανουαρίου του 1945 ήταν το συγκρότημα του στρατοπέδου Άουσβιτς - Μόνοβιτς, από την 60ή Στρατιά, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Πάβελ Κουρότσκιν. Ακολούθησαν και τα υπόλοιπα τμήματα του στρατοπέδου. Ακριβώς, σαν σήμερα, εξήντα πέντε χρόνια πριν…

Η τραγική ιστορία του "βιολιστή του Άουσβιτς"

Πριν από την κατοχή, ο Ζακ Στρούμσα πρόλαβε να βρεθεί στις φλόγες του πολέμου, υπηρετώντας για ένα εξάμηνο στις διαβιβάσεις (στρατιωτικό ραδιόφωνο) του ελληνικού στρατού, στο αλβανικό μέτωπο. Γύρισε στη Θεσσαλονίκη, όπου προπολεμικά ασκούσε το επάγγελμα του μηχανικού καλλιεργειών. Δυστυχώς, η ναζιστική κατοχή έμελλε να αποδειχθεί ακόμη πιο τραγική για τους εβραίους συμπατριώτες μας. Η μοίρα του Ιακώβ συνδέθηκε με εκείνη των ομόθρησκών του, των 45.000 Θεσσαλονικέων εβραίων πολιτών, οι οποίοι, υπό το κράτος της βίας, εγκατέλειψαν την πόλη για να μεταφερθούν στα ναζιστικά στρατόπεδα-κολαστήρια. Απ' αυτούς, γύρισαν πίσω λιγότεροι από 3.000.

Ο Στρούμσα συνελήφθη σε ηλικία 30 ετών, μαζί με την οικογένειά του, στο σπίτι του, στην οδό Ευζώνων, και οδηγήθηκε, στον καταυλισμό - "γκέτο" του σιδηροδρομικού σταθμού. Έξι ημέρες μετά, αναχωρούσε με άλλους, περίπου εκατό Θεσσαλονικείς εβραίους, για τα στρατόπεδα του θανάτου. Ήταν άνοιξη του 1943. Οι συνθήκες της μεταφοράς τους ήταν άθλιες. Η δε υποδοχή στους τόπους εξόντωσης, πραγματικό σοκ!

Την πρώτη του γυναίκα, την 22χρονη Νόρα Μορντώχ, έγκυο στον 8ο μήνα, μετά την άφιξη τους στο Μπίρκενάου, ο Ιακώβ Στρούμσα δεν την ξαναείδε ποτέ ! Πέθανε τη μέρα της άφιξής της, στις 8 Μαΐου 1943. Το συγκρότημα Μπίργκενάου είχε μετατραπεί ήδη, από τα μέσα του 1942, από στρατόπεδο εργασίας σε στρατόπεδο άμεσης εξόντωσης. Οι εκεί μεταφερόμενοι αιχμάλωτοι, ιδιαίτερα οι πιο αδύναμοι, ασθενικοί και τα γυναικόπαιδα, θανατωνόταν αμέσως.

"Όσους δεν τούς έβαλαν το νούμερο στο μπράτσο, δηλαδή τους ικανούς προς εργασία, τούς εξαφάνισαν στα κρεματόρια. Χωριστήκαμε, χωρίστηκαν οικογένειες, χάθηκαν. Άλλοι εδώ, άλλοι εκεί . Στο Μπιρκενάου είχα μπει ως πρώτο βιολί στην ορχήστρα", τονίζει ο Στρούμσα.

Στην ορχήστρα του στρατοπέδου έπαιζαν, εκτός του Στρούμσα, οι Σολ Μάνο, Ασέρ Κοέν, Μισέλ Ασσαέλ, Πέπο Γκαντένιο και Ισαάκ Σιών και ο φλαουτίστας - γιατρός Αλβέρτος Μενασσέ, που το βράδυ της 22ας Οκτωβρίου 1943, ενώ "συνόδευε" με το φλάουτό του τις ομάδες εργασίας, είδε να περνά από μπροστά του η δεκατετράχρονη κόρη του Λίλιαν μαζί με εκατοντάδες άλλες γυναίκες, με κατεύθυνση τους θαλάμους αερίων…

"Έμεινα εκεί, στο Μπιρκενάου, ενάμιση μήνα" συνεχίζει ο Ιακώβ Στρούμσα και συνεχίζει: "Μετά με πήραν από το Μπιρκενάου και επειδή ήξερα καλά γερμανικά και ήμουν και μηχανικός στο επάγγελμα, με οδήγησαν για δουλειά σ' ένα τεχνικό γραφείο, σε εργοστάσιο έξω από το Άουσβιτς. Δούλευαν εκεί πάνω από χίλια άτομα. Έφτιαχναν πολεμικό υλικό, χειροβομβίδες. Δούλευα όλη τη μέρα το βράδυ επέστρεφα στο στρατόπεδο. Έμεινα περίπου ενάμιση χρόνο στο Άουσβιτς".

Η ερώτηση βγαίνει αυθόρμητα: "Και για τα κρεματόρια, πότε καταλάβατε τι γινόταν;".

"Δυστυχώς, αργήσαμε να καταλάβουμε, μας λέει, ήταν μακριά από τους κοιτώνες. Όποιος τολμούσε να πλησιάσει, όποιος κάτι έβλεπε, δεν γυρνούσε…"

Η απελευθέρωση

Η απελευθέρωση του "βιολιστή του Άουσβιτς" ήρθε στις 8 Μαΐου του 1945. Ήταν ακριβώς δύο χρόνια μετά τη φρικτή εκείνη μέρα, που φορώντας το κίτρινο αστέρι στο πέτο, μαζί με άλλους ομοθρήσκους του, πέρασε την πύλη του Άουσβιτς για να γίνει άνθρωπος - αριθμός, έρμαιο, στα χέρια των δημίων του. Δύο χρόνια ζωής, μέσα σ' έναν τρομακτικό εφιάλτη που πήρε τέλος. Η ημέρα της απελευθέρωσης, που ήλπιζε και ονειρευόταν δεν τον βρήκε στο Άουσβιτς.

Οι ναζί είχαν αρχίσει να εκκενώνουν από τα μέσα Ιανουαρίου του 1945, με ταχύτερους ρυθμούς το στρατόπεδο, προκειμένου να καλύψουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους, υποβάλλοντας σε "πορείες θανάτου" περισσότερους από 60.000 κρατουμένους. Μόνο 7.500 βρήκαν οι σύμμαχοι, τους πιο αδύναμους και εξαντλημένους από τις κακουχίες.

Ο Ζακ Στρούμσα μεταφέρθηκε στο πλαίσιο αυτής της πρακτικής, ενάμιση μήνα πριν από την απελευθέρωση του Άουσβιτς, στο Μαουτχάουζεν - Γκούζεν. Εκεί σχεδίαζαν να μεταφέρουν οι ναζί και τα κρεματόρια και τους αποτεφρωτήρες που αποσυναρμολογούσαν από το Άουσβιτς, καθώς πίστευαν ότι το Μαουτχάουζεν δεν θα έπεφτε στα χέρια των συμμάχων. Αλλά διαψεύστηκαν.

Εκεί, στις 8 Μάιου του 1945 ο ταλαιπωρημένος "βιολιστής του Άουσβιτς" ανέπνευσε με ανακούφιση, έπειτα από δύο χρόνια τρομακτικών εξευτελισμών και ανείπωτου πόνου, και πάλι τον γλυκό "αέρα" της ελευθερίας.

"Δεν έχω αγαπημένο τραγούδι…"

Το βιολί που είχε μαζί του στο Άουσβιτς, του το "κατέσχεσαν" οι Γερμανοί, κατά τη μεταγωγή του στο στρατόπεδο εργασίας. Περιστασιακά έπαιζε με άλλα βιολιά, άλλων κρατουμένων, άλλα σπάνια. Δεν υπήρχε ελεύθερος χρόνος. Όμως, δύο μήνες μετά την αποφυλάκισή του, ο Ζακ Στρούμσα αγόρασε ένα βιολί από το Παρίσι "με τα χίλια γαλλικά φράγκα που έδιναν τότε οι Γάλλοι" στους εξαθλιωμένους και ρακένδυτους κρατουμένους των στρατοπέδων, που κατευθύνθηκαν, με τα "τρένα της ελευθερίας", προς τη Γαλλία. Αυτό το βιολί, ο Ζακ, το έχει μαζί του και σήμερα, στο σπίτι του, στο Ισραήλ.

Εκεί, στην "τραυματισμένη" από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο "Πόλη του Φωτός", το Παρίσι, ο "βιολιστής του Άουσβιτς" γνώρισε, το 1945, και τη δεύτερη γυναίκα του, τη Λώρα. Είναι ελληνοεβραία και αυτή. Είχε ισπανικό διαβατήριο και βρέθηκε από την Αθήνα στο Μπέργκεν Μπέλσεν. Όταν τη γνώρισε ο Ζακ, η Λώρα είχε χάσει και τους δύο γονείς της και ο ίδιος τους περισσότερους συγγενείς του.

Σήμερα, ο 97χρονος Ιακώβ Στρούμσα και η 83χρονη Λώρα ζουν στην Ιερουσαλήμ. Ο Ιακώβ "περνάει τον καιρό του" δίνοντας διαλέξεις σε γκρουπ εβραίων, που έρχονται από διάφορες χώρες και τουρίστες- γνωρίζει καλά ελληνικά, γαλλικά, ισπανικά (Λαντίνο)- στο μουσείο "Yad Vashem", το μεγαλύτερο Εβραϊκό Μουσείο των Ηρώων και Μαρτύρων του Ολοκαυτώματος. Έχει έναν γιο και δύο κόρες. Ο μεγάλος γιος του είναι καθηγητής πανεπιστημίου και μετακόμισε πρόσφατα στην Οξφόρδη, η μεγάλη του κόρη εργάζεται στο υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ και η μικρή διδάσκει Ιστορία Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο της γειτονικής πόλης Βηρσαβεέ.

Ο Ιακώβ Στρούμσα διηγήθηκε την ιστορία του σε ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο με τίτλο: "Διάλεξα τη ζωή", που μεταφράστηκε και στα ελληνικά. Η ζωή του απετέλεσε πηγή έμπνευσης και για άλλες εκδόσεις -ελληνικές και ξένες- άρθρα και μυθιστορήματα.

Παρά την προχωρημένη ηλικία του, μιλάει συγκροτημένα και σταθερά, αλλά πάντα σκέφτεται πριν πει την παραμικρή πρόταση. Τα λόγια, όμως, δεν τού βγαίνουν εύκολα για το Άουσβιτς. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος να ξεχνάει το θάνατο. Ο "βιολιστής του Αουσβιτς" προτιμά να μιλά για το σήμερα. Τα τελευταία χρόνια δεν παίζει πλέον βιολί.

Όταν τον ρωτώ, ποιο ήταν το αγαπημένο τραγούδι του στο βιολί, απαντά διστακτικά και κάπως συγκρατημένα: "Δεν έχω κανένα αγαπημένο τραγούδι…".
ΑΠΕ
Διαβάστε περισσότερα...