Αλληλογραφούσε με τον Ναπολέοντα και οι Φιλικοί τον αποκαλούσαν συνθηματικά «Ο πενθερός»
Εξόντωσε τους Σουλιώτες, έπνιξε την Κυρα-Φροσύνη, σχεδίασε τη δολοφονία του πεθερού και του γαμπρού του, έμαθε στους Έλληνες αρματολούς να πολεμάνε. Η ζωή του ήταν πολυτάραχη, η εξουσία του ευρύτατη, η σταδιοδρομία του αιματηρή και η πτώση του εκκωφαντική. Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα ο Τεπελενλής Αλής, πασάς των Ιωαννίνων; Σήμερα για πρώτη φορά η αλήθεια ξεπροβάλλει πίσω από τον μύθο του χάρη στη δημοσίευση του προσωπικού του αρχείου.
Χίλια τετρακόσια εξήντα εννέα ελληνόγλωσσα έγγραφα από το συρτάρι του Αλή Πασά δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά στο σύνολό τους, στην τετράτομη έκδοση του Αρχείου του, που φωτίζει σε βάθος μια από τις σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Επιστημονικός υπεύθυνος και σχολιαστής, ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς της μεταπολεμικής Ελλάδας, ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ο οποίος μας παρουσιάζει με αδρές γραμμές και τον χαρακτήρα του Τεπελενλή.
Εφέντι μου, ετούτη είναι όλη φουκαράδς και δεν έχουν προτον ψομί να φαν και θέλα πεθάνουν από την πήναν...
Από τους βασικούς αρχηγούς της πολιορκίας του Σουλίου, ο Μπεκήρ Τζογαδούρης, ζητά στις 8/5/1804 από τον Αλή Πασά να βοηθήσει τους φτωχούς Σουλιώτες που έχουν απομείνει εκεί, δίνοντάς τους δουλειά και έναν παπά «ότι η Ρομέγη χορής παπάν δεν ημπορούν να γκάμουν». Ο Αλή Πασάς είναι 54 χρόνων τότε, και θα ζήσει άλλα 18 ώς τα 72 του, οπότε θα δολοφονηθεί το 1822 με εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, πάνω στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων όπου είχε καταφύγει και ζούσε μια απροσδόκητη και τρυφερή σχέση με την Κυρα-Βασιλική. Σε εκείνα τα νερά, είχε διατάξει το 1804 να θανατωθούν με πνιγμό η Γιαννιώτισσα Κυρα-Φροσύνη- μια επώνυμη αρχόντισσα της πόλης- και 17 ακόμα γυναίκες με το πρόσχημα του άσεμνου βίου.
Αλβανός μουσουλμάνος, γεννημένος στο Τεπελένι (οικισμό του Μπερατίου), από οικογένεια δραστήριων και διεκδικητικών τοπικών μπέηδων, πατέρας τριών γιων (Βελή, Μουχτάρ και Σαλήχ), ο Αλής διορίστηκε πασάς (περιφερειακός διοικητής) των Ιωαννίνων το 1788. Από τις αρχές του 19ου αιώνα είχε υπό τον έλεγχό του όλη σχεδόν την ηπειρωτική Ελλάδα νότια από το Δυρράχιο (εκτός από την Αττική), καθώς και την Πελοπόννησο, ενώ παράλληλα επεκτεινόταν και προς το Ιόνιο. Στα μάτια των πολλών, ήταν δηλαδή ο κύριος υπερασπιστής του δυτικού τμήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος, ωστόσο, γνωρίζοντας- όπως σημειώνει ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος-, ότι λόγω της καταγωγής του δεν θα μπορούσε ποτέ να παίξει στην κεντρική σκηνή της οθωμανικής πολιτικής, οραματιζόταν μια δική του κληρονομική ηγεμονία εντός της αυτοκρατορίας, κάτι που δεν κατάφερε τελικά να κάνει.
OΑλή Πασάς ήταν μια προσωπικότητα στα όρια της ιδιοφυΐας αφενός και της νεύρωσης αφετέρου. Όπως προκύπτει από το Αρχείο του και από την Εισαγωγή του Παναγιωτόπουλου, είχε μια πρωτόγονη και ταυτόχρονα επεξεργασμένη πολιτική σκέψη και έντονη λαϊκή συνείδηση που του επέτρεψε να διαχειριστεί αποτελεσματικά τόσο τις πολιτικο-διπλωματικές συνθήκες της εποχής του όσο και τις ατέλειες του οθωμανικού διοικητικού συστήματος. Ήταν από όλους τους πασάδες εκείνος που κατάλαβε καλύτερα τα παιχνίδια των ευρωπαϊκών δυνάμεων και που επικοινωνούσε περισσότερο με τη Δύση- αλληλογραφούσε μάλιστα με τον Ναπολέοντα-, ωστόσο δεν ήταν δυτικόφρων και παρέμεινε παραδοσιακός. Η υποτιθέμενη ανεξιθρησκία του ήταν μια μορφή συγκάλυψης της επιθετικότητάς του. Στην πραγματικότητα ήταν δεισιδαίμων και αβυσσαλέα καχύποπτος, βίαιος τόσο απέναντι στους χριστιανούς (π.χ. Σουλιώτες) όσο και απέναντι στους ομοθρήσκους του. Και σε μια εποχή κατά την οποία τα αξιώματα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν συνήθως ετήσια, εκείνος κατάφερε να γίνει ο μακροβιότερος πασάς σε ένα πόστο, μένοντας κυρίαρχος στα Ιωάννινα για 33 χρόνια!
Για ποιον λόγο, κύριε Παναγιωτόπουλε, μας ενδιαφέρει σήμερα ο Αλή Πασάς;
Πρώτα πρώτα διότι είναι μια κυρίαρχη φυσιογνωμία της ελληνικής ιστορίας, που έχει σχέση με την Ελληνική Επανάσταση. Όλο το στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό που έλαβε μέρος στον Αγώνα είναι άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένο με τον Αλή Πασά: είτε στην υπηρεσία του όπως ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, ο Πανουργιάς ή ο Κίτσος Τζαβέλλας και στην αυλή του όπως ο Κωλέττης, ο Βηλαράς, ο Ψαλίδας, είτε ως αντίπαλοί του. Όπως οι Σουλιώτες οι οποίοι εξοντώνονται το 1803 από τον Αλή αλλά επιστρέφουν το 1820 στο Σούλι για να τον στηρίξουν εναντίον των σουλτανικών στρατευμάτων που τον πολιορκούν όταν κηρύσσεται αποστάτης. Σκεφθείτε πως στο ξεκίνημα του Αγώνα, επί 10-11 μήνες ο Αλή και οι Έλληνες συμβαδίζουν, και σε κάποιο βαθμό συνεργάζονται- αν και όχι ρητά- εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Πύλης, ώσπου ο πανίσχυρος Αλή νικιέται. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι Φιλικοί, στο συνθηματικό γλωσσάρι τους τον έλεγαν «Ο Πενθερός».
Ο Αλή έχει όμως ειδικό βάρος και επειδή σχετίζεται με την αναδυόμενη εθνική ιστορία της Αλβανίας, με την ιστορία της φθίνουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθώς και με τα διεθνοποιημένα, όπως λέτε, Επτάνησα...
Φυσικά, διότι είναι περιφερειακός πασάς σε ζωτική περιοχή των ελληνικών χωρών, με ισχυρή αναλογία ορθόδοξου πληθυσμού, ισχυρή ορθόδοξη αλβανική κοινότητα, ισχυρή παρουσία Αλβανών μουσουλμάνων που παρουσιάζουν χαμηλό βαθμό εκτουρκισμού (είναι ελληνόφωνοι/αλβανόφωνοι), μια περιοχή που παράλληλα δέχεται μεγάλη εισροή ιδεών του Διαφωτισμού. Επίσης διότι βρίσκεται σε επαφή με τα Ιόνια Νησιά σε μια εποχή όπου εναλλάσσονται εκεί τέσσερις διαδοχικές ηγεμονίες (Βενετία, Γαλλία, Ρωσία, Αγγλία), άρα το πασαλίκι του γίνεται δίαυλος για τη συνάφεια με τη Δύση. Τέλος επειδή την ώρα που η αυτοκρατορία μοιάζει να μην είναι σε θέση να διαχειριστεί την εξουσία, εκείνος γίνεται από τους πλέον χαρακτηριστικούς εκφραστές σεπαρατιστικών (χωριστικών) λύσεων που προσβλέπουν στον ρεφορμισμό (μεταρρύθμιση) του σουλτανικού καθεστώτος. Στο τέλος βέβαια, η δική του λύση θα αποδειχθεί αναποτελεσματική και το μόνο αντίπαλο μοντέλο που θα αποδώσει θα είναι εκείνο που θα στηριχθεί στις εθνικές κοινότητες. Η λύση δηλαδή που εκπροσωπούν η σερβική και η Ελληνική Επανάσταση.
Στην υπηρεσία του Αλή Πασά συναντάμε ορισμένα πρόσωπα που θα παίξουν ηγετικό ρόλο στην Επανάσταση, όπως ο Ανδρούτσος ή ο Καραϊσκάκης. Πώς συμβιβάζονται αυτές οι συμπεριφορές όργανα εξουσίας και στοιχεία αντίστασης;
Η υπηρεσία χριστιανών ως φρουρών της υπαίθρου είναι από παλιά γνωστή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτοί είναι οι αρματολοί που ο λαός τούς δέχεται κυρίως επειδή κυνηγάνε τους ληστές. Ο Αλή Πασάς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον θεσμό, τον αναβάθμισε και με την πολιτική τού διαίρει και βασίλευε, χρησιμοποίησε δεξιοτεχνικά ορισμένες από τις ομάδες των ορεινών περιοχών (της Στερεάς κυρίως και της Ηπείρου) για τη δημιουργία δικής του τοπικής επιρροής. Όταν όμως ξεσπά η Επανάσταση, ο Αλή Πασάς βρίσκεται υπό διωγμόν από την Υψηλή Πύλη και οι αρματολοί, εν μέρει ή σταδιακά, αποδεσμεύονται από την επιρροή του και προσχωρούν στην εθνική εξέγερση. Ωστόσο, σε σχέση με άλλες ομάδες όπως οι κοτζαμπάσηδες ή ο κλήρος, εκείνοι αμφιταλαντεύτηκαν περισσότερο απ΄ όλους ως προς τη βαθύτερη ιδεολογική τους ένταξη. Ήταν όμως τόσο απαραίτητοι για να υπάρξει ένοπλη αντίσταση στην αυτοκρατορία, ώστε οι άλλες ομάδες ανέχονταν τις αδυναμίες τους.
Είναι ο Αλή Πασάς ο πρόδρομος της αλβανικής αφύπνισης;
Αυτό υποστηρίζεται από μερίδα της αλβανικής ιστοριογραφίας, και είναι μια επιβίωση των ρομαντικών ιδεών για τη συγκρότηση των βαλκανικών ταυτοτήτων. Ο Αλή είναι ένας Αλβανός, μουσουλμάνος, Οθωμανός πασάς αλλά δεν φαίνεται να είχε ποτέ δράση εθνοτικού τύπου. Δεν έδειξε ποτέ καμία ιδιαίτερη εύνοια προς τους αλβανικούς ή αλβανόφωνους πληθυσμούς, ούτε προκύπτει από πουθενά καμία φροντίδα του για την ανάδειξη μιας ιδιαίτερης αλβανικής κουλτούρας. Αντίθετα απεχθανόταν ιδιαίτερα τους αλβανικής καταγωγής τοπικούς μουσουλμάνους ηγεμονίσκους και τις ανυπότακτες κοινότητες.
Στη σχολική ιστορία το Σούλι εμφανίζεται ως πρόδρομος της ελληνικής εξέγερσης κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τι μαθαίνουμε γι΄ αυτό, από το Αρχείο του Αλή Πασά;
Οι Σουλιώτες ήταν μια ανυπότακτη ορεινή κοινότητα, στηριγμένη στη δύναμη των όπλων, που ζούσε από την έμμεση ή άμεση εκμετάλλευση των γειτονικών πληθυσμών. Από τη στιγμή λοιπόν που ο Αλή Πασάς ήθελε να επεκτείνει την κυριαρχία του σε όλη την περιοχή, δεν μπορούσε να ανεχτεί τοπικούς θύλακες μη ελεγχόμενης εξουσίας• γι΄ αυτό επιδίωξε με τέτοια επιμονή τη φυσική τους εξόντωση. Από το Αρχείο του μαθαίνουμε όλη τη διαδικασία της πολιορκίας του Σουλίου και τη σταδιακή αποδυνάμωση της άμυνας των Σουλιωτών, περισσότερο από κούραση και διάσπαση της εσωτερικής συνοχής τους παρά από κλασικού τύπου προδοσία, όπως κατά καιρούς έχει γραφτεί.
Επιχείρηση αρετής με θύμα την Κυρα-Φροσύνη
Η πράξη που προσδιορίζει αμετάκλητα τα όρια και τον χαρακτήρα της ηγεμονίας του Αλή Πασά στα Γιάννινα είναι το αποτρόπαιο έγκλημα, η δολοφονία της Κυρα-Φροσύνης και ακόμα δεκαεπτά γυναικών, στο πλαίσιο μιας «επιχείρησης αρετής». Η θανάτωσή τους με πνιγμό, με μια απλή απόφαση του Πασά, χωρίς κανενός είδους άλλη νομιμοποίηση μάς γυρίζει πίσω στην καρδιά του οθωμανικού συντηρητισμού και είναι μια πράξη- τομή σ΄ αυτήν την πόλη του Διαφωτισμού. Πέρα από τη μυθολογία που την περιβάλλει για την υποτιθέμενη σχέση της με τον Μουχτάρ Πασά, γιο του Αλή, ή για το δαχτυλίδι της γυναίκας του που βρέθηκε στα χέρια της, η Ευφροσύνη, σύζυγος εμπόρου και μητέρα δύο παιδιών αντιπροσωπεύει με τα ντυσίματά της, τα γλέντια της, τις παρέες και την ανεξαρτησία της ένα νέο ήθος που εγκαθίσταται στα Γιάννινα. Ένα ήθος «ευρωπαϊκό», που απειλεί να υπονομεύσει την ιερή τάξη των πραγμάτων και να διασπάσει τον παραδοσιακό ιστό. Αυτό είναι που δεν μπορεί να αποδεχθεί ούτε η πόλη στο σύνολό της (εξ ου και η κατοπινή σιωπή) ούτε βέβαια και ο Αλή Πασάς.
Πολύτιμα έγγραφα
Τα πολύτιμα αυτά ντοκουμέντα του Αλή Πασά αποτυπώνουν τα πάρε- δώσε του στην πιο δραστήρια περίοδο της ηγεμονίας του (1788-1822), μέχρι τον θάνατό του και ανήκαν στη συλλογή του Κωνσταντινουπολίτη Ι. Χώτζη που φυλάσσεται στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Αθηνών. Η έκδοσή τους από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) έχει και ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, διότι συνιστά μια σημαντική επιστημονική πρόταση του Β. Παναγιωτόπουλου. Το καθένα από τα 1.469 έγγραφα συνοδεύεται από μια μίνι μελέτη με τη μορφή εισαγωγικού σημειώματος το οποίο καθιστά προσιτές στους ερευνητές και στο κοινό τις βουβές και αποσπασματικές πληροφορίες που κρύβει το Αρχείο του Αλή Πασά. Ειδικευμένος στην Τουρκοκρατία, ο Παναγιωτόπουλος υπογράφει και το γοητευτικό (και τεκμηριωμένο πλέον) πορτρέτο - ψυχογράφημα του Τεπελενλή (148 σελίδες στον Δ΄ τόμο) το οποίο απαντάει στις ιδεολογικά φορτισμένες και συνήθως καταγγελτικές βιογραφίες που έχουν κυκλοφορήσει γι΄ αυτόν.
Η έκδοση- στην οποία συνεργάστηκαν και οι Δημήτρης Δημητρόπουλος και Παναγιώτης Μιχαηλάρης- συμπληρώνεται από ένα εκτεταμένο Γλωσσάρι, βασική Βιβλιογραφία και Ευρετήρια προσώπων, τόπων, όρων και αξιωμάτων.
tanea
Εξόντωσε τους Σουλιώτες, έπνιξε την Κυρα-Φροσύνη, σχεδίασε τη δολοφονία του πεθερού και του γαμπρού του, έμαθε στους Έλληνες αρματολούς να πολεμάνε. Η ζωή του ήταν πολυτάραχη, η εξουσία του ευρύτατη, η σταδιοδρομία του αιματηρή και η πτώση του εκκωφαντική. Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα ο Τεπελενλής Αλής, πασάς των Ιωαννίνων; Σήμερα για πρώτη φορά η αλήθεια ξεπροβάλλει πίσω από τον μύθο του χάρη στη δημοσίευση του προσωπικού του αρχείου.
Χίλια τετρακόσια εξήντα εννέα ελληνόγλωσσα έγγραφα από το συρτάρι του Αλή Πασά δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά στο σύνολό τους, στην τετράτομη έκδοση του Αρχείου του, που φωτίζει σε βάθος μια από τις σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Επιστημονικός υπεύθυνος και σχολιαστής, ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς της μεταπολεμικής Ελλάδας, ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ο οποίος μας παρουσιάζει με αδρές γραμμές και τον χαρακτήρα του Τεπελενλή.
Εφέντι μου, ετούτη είναι όλη φουκαράδς και δεν έχουν προτον ψομί να φαν και θέλα πεθάνουν από την πήναν...
Από τους βασικούς αρχηγούς της πολιορκίας του Σουλίου, ο Μπεκήρ Τζογαδούρης, ζητά στις 8/5/1804 από τον Αλή Πασά να βοηθήσει τους φτωχούς Σουλιώτες που έχουν απομείνει εκεί, δίνοντάς τους δουλειά και έναν παπά «ότι η Ρομέγη χορής παπάν δεν ημπορούν να γκάμουν». Ο Αλή Πασάς είναι 54 χρόνων τότε, και θα ζήσει άλλα 18 ώς τα 72 του, οπότε θα δολοφονηθεί το 1822 με εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, πάνω στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων όπου είχε καταφύγει και ζούσε μια απροσδόκητη και τρυφερή σχέση με την Κυρα-Βασιλική. Σε εκείνα τα νερά, είχε διατάξει το 1804 να θανατωθούν με πνιγμό η Γιαννιώτισσα Κυρα-Φροσύνη- μια επώνυμη αρχόντισσα της πόλης- και 17 ακόμα γυναίκες με το πρόσχημα του άσεμνου βίου.
Αλβανός μουσουλμάνος, γεννημένος στο Τεπελένι (οικισμό του Μπερατίου), από οικογένεια δραστήριων και διεκδικητικών τοπικών μπέηδων, πατέρας τριών γιων (Βελή, Μουχτάρ και Σαλήχ), ο Αλής διορίστηκε πασάς (περιφερειακός διοικητής) των Ιωαννίνων το 1788. Από τις αρχές του 19ου αιώνα είχε υπό τον έλεγχό του όλη σχεδόν την ηπειρωτική Ελλάδα νότια από το Δυρράχιο (εκτός από την Αττική), καθώς και την Πελοπόννησο, ενώ παράλληλα επεκτεινόταν και προς το Ιόνιο. Στα μάτια των πολλών, ήταν δηλαδή ο κύριος υπερασπιστής του δυτικού τμήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος, ωστόσο, γνωρίζοντας- όπως σημειώνει ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος-, ότι λόγω της καταγωγής του δεν θα μπορούσε ποτέ να παίξει στην κεντρική σκηνή της οθωμανικής πολιτικής, οραματιζόταν μια δική του κληρονομική ηγεμονία εντός της αυτοκρατορίας, κάτι που δεν κατάφερε τελικά να κάνει.
OΑλή Πασάς ήταν μια προσωπικότητα στα όρια της ιδιοφυΐας αφενός και της νεύρωσης αφετέρου. Όπως προκύπτει από το Αρχείο του και από την Εισαγωγή του Παναγιωτόπουλου, είχε μια πρωτόγονη και ταυτόχρονα επεξεργασμένη πολιτική σκέψη και έντονη λαϊκή συνείδηση που του επέτρεψε να διαχειριστεί αποτελεσματικά τόσο τις πολιτικο-διπλωματικές συνθήκες της εποχής του όσο και τις ατέλειες του οθωμανικού διοικητικού συστήματος. Ήταν από όλους τους πασάδες εκείνος που κατάλαβε καλύτερα τα παιχνίδια των ευρωπαϊκών δυνάμεων και που επικοινωνούσε περισσότερο με τη Δύση- αλληλογραφούσε μάλιστα με τον Ναπολέοντα-, ωστόσο δεν ήταν δυτικόφρων και παρέμεινε παραδοσιακός. Η υποτιθέμενη ανεξιθρησκία του ήταν μια μορφή συγκάλυψης της επιθετικότητάς του. Στην πραγματικότητα ήταν δεισιδαίμων και αβυσσαλέα καχύποπτος, βίαιος τόσο απέναντι στους χριστιανούς (π.χ. Σουλιώτες) όσο και απέναντι στους ομοθρήσκους του. Και σε μια εποχή κατά την οποία τα αξιώματα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν συνήθως ετήσια, εκείνος κατάφερε να γίνει ο μακροβιότερος πασάς σε ένα πόστο, μένοντας κυρίαρχος στα Ιωάννινα για 33 χρόνια!
Για ποιον λόγο, κύριε Παναγιωτόπουλε, μας ενδιαφέρει σήμερα ο Αλή Πασάς;
Πρώτα πρώτα διότι είναι μια κυρίαρχη φυσιογνωμία της ελληνικής ιστορίας, που έχει σχέση με την Ελληνική Επανάσταση. Όλο το στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό που έλαβε μέρος στον Αγώνα είναι άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένο με τον Αλή Πασά: είτε στην υπηρεσία του όπως ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, ο Πανουργιάς ή ο Κίτσος Τζαβέλλας και στην αυλή του όπως ο Κωλέττης, ο Βηλαράς, ο Ψαλίδας, είτε ως αντίπαλοί του. Όπως οι Σουλιώτες οι οποίοι εξοντώνονται το 1803 από τον Αλή αλλά επιστρέφουν το 1820 στο Σούλι για να τον στηρίξουν εναντίον των σουλτανικών στρατευμάτων που τον πολιορκούν όταν κηρύσσεται αποστάτης. Σκεφθείτε πως στο ξεκίνημα του Αγώνα, επί 10-11 μήνες ο Αλή και οι Έλληνες συμβαδίζουν, και σε κάποιο βαθμό συνεργάζονται- αν και όχι ρητά- εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Πύλης, ώσπου ο πανίσχυρος Αλή νικιέται. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι Φιλικοί, στο συνθηματικό γλωσσάρι τους τον έλεγαν «Ο Πενθερός».
Ο Αλή έχει όμως ειδικό βάρος και επειδή σχετίζεται με την αναδυόμενη εθνική ιστορία της Αλβανίας, με την ιστορία της φθίνουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθώς και με τα διεθνοποιημένα, όπως λέτε, Επτάνησα...
Φυσικά, διότι είναι περιφερειακός πασάς σε ζωτική περιοχή των ελληνικών χωρών, με ισχυρή αναλογία ορθόδοξου πληθυσμού, ισχυρή ορθόδοξη αλβανική κοινότητα, ισχυρή παρουσία Αλβανών μουσουλμάνων που παρουσιάζουν χαμηλό βαθμό εκτουρκισμού (είναι ελληνόφωνοι/αλβανόφωνοι), μια περιοχή που παράλληλα δέχεται μεγάλη εισροή ιδεών του Διαφωτισμού. Επίσης διότι βρίσκεται σε επαφή με τα Ιόνια Νησιά σε μια εποχή όπου εναλλάσσονται εκεί τέσσερις διαδοχικές ηγεμονίες (Βενετία, Γαλλία, Ρωσία, Αγγλία), άρα το πασαλίκι του γίνεται δίαυλος για τη συνάφεια με τη Δύση. Τέλος επειδή την ώρα που η αυτοκρατορία μοιάζει να μην είναι σε θέση να διαχειριστεί την εξουσία, εκείνος γίνεται από τους πλέον χαρακτηριστικούς εκφραστές σεπαρατιστικών (χωριστικών) λύσεων που προσβλέπουν στον ρεφορμισμό (μεταρρύθμιση) του σουλτανικού καθεστώτος. Στο τέλος βέβαια, η δική του λύση θα αποδειχθεί αναποτελεσματική και το μόνο αντίπαλο μοντέλο που θα αποδώσει θα είναι εκείνο που θα στηριχθεί στις εθνικές κοινότητες. Η λύση δηλαδή που εκπροσωπούν η σερβική και η Ελληνική Επανάσταση.
Στην υπηρεσία του Αλή Πασά συναντάμε ορισμένα πρόσωπα που θα παίξουν ηγετικό ρόλο στην Επανάσταση, όπως ο Ανδρούτσος ή ο Καραϊσκάκης. Πώς συμβιβάζονται αυτές οι συμπεριφορές όργανα εξουσίας και στοιχεία αντίστασης;
Η υπηρεσία χριστιανών ως φρουρών της υπαίθρου είναι από παλιά γνωστή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτοί είναι οι αρματολοί που ο λαός τούς δέχεται κυρίως επειδή κυνηγάνε τους ληστές. Ο Αλή Πασάς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον θεσμό, τον αναβάθμισε και με την πολιτική τού διαίρει και βασίλευε, χρησιμοποίησε δεξιοτεχνικά ορισμένες από τις ομάδες των ορεινών περιοχών (της Στερεάς κυρίως και της Ηπείρου) για τη δημιουργία δικής του τοπικής επιρροής. Όταν όμως ξεσπά η Επανάσταση, ο Αλή Πασάς βρίσκεται υπό διωγμόν από την Υψηλή Πύλη και οι αρματολοί, εν μέρει ή σταδιακά, αποδεσμεύονται από την επιρροή του και προσχωρούν στην εθνική εξέγερση. Ωστόσο, σε σχέση με άλλες ομάδες όπως οι κοτζαμπάσηδες ή ο κλήρος, εκείνοι αμφιταλαντεύτηκαν περισσότερο απ΄ όλους ως προς τη βαθύτερη ιδεολογική τους ένταξη. Ήταν όμως τόσο απαραίτητοι για να υπάρξει ένοπλη αντίσταση στην αυτοκρατορία, ώστε οι άλλες ομάδες ανέχονταν τις αδυναμίες τους.
Είναι ο Αλή Πασάς ο πρόδρομος της αλβανικής αφύπνισης;
Αυτό υποστηρίζεται από μερίδα της αλβανικής ιστοριογραφίας, και είναι μια επιβίωση των ρομαντικών ιδεών για τη συγκρότηση των βαλκανικών ταυτοτήτων. Ο Αλή είναι ένας Αλβανός, μουσουλμάνος, Οθωμανός πασάς αλλά δεν φαίνεται να είχε ποτέ δράση εθνοτικού τύπου. Δεν έδειξε ποτέ καμία ιδιαίτερη εύνοια προς τους αλβανικούς ή αλβανόφωνους πληθυσμούς, ούτε προκύπτει από πουθενά καμία φροντίδα του για την ανάδειξη μιας ιδιαίτερης αλβανικής κουλτούρας. Αντίθετα απεχθανόταν ιδιαίτερα τους αλβανικής καταγωγής τοπικούς μουσουλμάνους ηγεμονίσκους και τις ανυπότακτες κοινότητες.
Στη σχολική ιστορία το Σούλι εμφανίζεται ως πρόδρομος της ελληνικής εξέγερσης κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τι μαθαίνουμε γι΄ αυτό, από το Αρχείο του Αλή Πασά;
Οι Σουλιώτες ήταν μια ανυπότακτη ορεινή κοινότητα, στηριγμένη στη δύναμη των όπλων, που ζούσε από την έμμεση ή άμεση εκμετάλλευση των γειτονικών πληθυσμών. Από τη στιγμή λοιπόν που ο Αλή Πασάς ήθελε να επεκτείνει την κυριαρχία του σε όλη την περιοχή, δεν μπορούσε να ανεχτεί τοπικούς θύλακες μη ελεγχόμενης εξουσίας• γι΄ αυτό επιδίωξε με τέτοια επιμονή τη φυσική τους εξόντωση. Από το Αρχείο του μαθαίνουμε όλη τη διαδικασία της πολιορκίας του Σουλίου και τη σταδιακή αποδυνάμωση της άμυνας των Σουλιωτών, περισσότερο από κούραση και διάσπαση της εσωτερικής συνοχής τους παρά από κλασικού τύπου προδοσία, όπως κατά καιρούς έχει γραφτεί.
Επιχείρηση αρετής με θύμα την Κυρα-Φροσύνη
Η πράξη που προσδιορίζει αμετάκλητα τα όρια και τον χαρακτήρα της ηγεμονίας του Αλή Πασά στα Γιάννινα είναι το αποτρόπαιο έγκλημα, η δολοφονία της Κυρα-Φροσύνης και ακόμα δεκαεπτά γυναικών, στο πλαίσιο μιας «επιχείρησης αρετής». Η θανάτωσή τους με πνιγμό, με μια απλή απόφαση του Πασά, χωρίς κανενός είδους άλλη νομιμοποίηση μάς γυρίζει πίσω στην καρδιά του οθωμανικού συντηρητισμού και είναι μια πράξη- τομή σ΄ αυτήν την πόλη του Διαφωτισμού. Πέρα από τη μυθολογία που την περιβάλλει για την υποτιθέμενη σχέση της με τον Μουχτάρ Πασά, γιο του Αλή, ή για το δαχτυλίδι της γυναίκας του που βρέθηκε στα χέρια της, η Ευφροσύνη, σύζυγος εμπόρου και μητέρα δύο παιδιών αντιπροσωπεύει με τα ντυσίματά της, τα γλέντια της, τις παρέες και την ανεξαρτησία της ένα νέο ήθος που εγκαθίσταται στα Γιάννινα. Ένα ήθος «ευρωπαϊκό», που απειλεί να υπονομεύσει την ιερή τάξη των πραγμάτων και να διασπάσει τον παραδοσιακό ιστό. Αυτό είναι που δεν μπορεί να αποδεχθεί ούτε η πόλη στο σύνολό της (εξ ου και η κατοπινή σιωπή) ούτε βέβαια και ο Αλή Πασάς.
Πολύτιμα έγγραφα
Τα πολύτιμα αυτά ντοκουμέντα του Αλή Πασά αποτυπώνουν τα πάρε- δώσε του στην πιο δραστήρια περίοδο της ηγεμονίας του (1788-1822), μέχρι τον θάνατό του και ανήκαν στη συλλογή του Κωνσταντινουπολίτη Ι. Χώτζη που φυλάσσεται στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Αθηνών. Η έκδοσή τους από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) έχει και ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, διότι συνιστά μια σημαντική επιστημονική πρόταση του Β. Παναγιωτόπουλου. Το καθένα από τα 1.469 έγγραφα συνοδεύεται από μια μίνι μελέτη με τη μορφή εισαγωγικού σημειώματος το οποίο καθιστά προσιτές στους ερευνητές και στο κοινό τις βουβές και αποσπασματικές πληροφορίες που κρύβει το Αρχείο του Αλή Πασά. Ειδικευμένος στην Τουρκοκρατία, ο Παναγιωτόπουλος υπογράφει και το γοητευτικό (και τεκμηριωμένο πλέον) πορτρέτο - ψυχογράφημα του Τεπελενλή (148 σελίδες στον Δ΄ τόμο) το οποίο απαντάει στις ιδεολογικά φορτισμένες και συνήθως καταγγελτικές βιογραφίες που έχουν κυκλοφορήσει γι΄ αυτόν.
Η έκδοση- στην οποία συνεργάστηκαν και οι Δημήτρης Δημητρόπουλος και Παναγιώτης Μιχαηλάρης- συμπληρώνεται από ένα εκτεταμένο Γλωσσάρι, βασική Βιβλιογραφία και Ευρετήρια προσώπων, τόπων, όρων και αξιωμάτων.
tanea