Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009

Ο μεγαλοφυής νάρκισσος


Οι δύο αυτοβιογραφίες και το μυθιστόρημα του Σαλβαδόρ Νταλί.
Τρεις εκδοχές της προσωπικότητας ενός εκκεντρικού καλλιτέχνη

«Σήμερα μόλις διαπίστωσα πού οφείλεται αυτή η φοβερή χαρά που νιώθω κάθε πρωί όταν σηκώνομαι απ΄ το κρεβάτι μου. Οφείλεται στο ότι είμαι ο Σαλβαδόρ Νταλί. Και κάθε μέρα δυσκολεύομαι ολοένα και περισσότερο να εννοήσω τους άλλους που μπορούν να ζουν χωρίς να είναι η Γκαλά ή ο Σαλβαδόρ Νταλί».
Το παραπάνω δείγμα είναι απόσπασμα από το βιβλίο του ζωγράφου Το ημερολόγιο μιας μεγαλοφυΐας. Πρόκειται για εγγραφή της 6ης Σεπτεμβρίου 1953, χαρακτηριστική της «μετριοφροσύνης» που διέκρινε τον μετρ. Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του, ωστόσο, αναρωτιόμαστε: Εχει νόημα να διαβάζει κανείς τα πεζά κείμενα του Νταλί; Γιατί ουδείς σοβαρός άνθρωπος μπορεί να πάρει τοις μετρητοίς την παραδοξολογία του ότι ήθελε να τον θυμούνται ως συγγραφέα παρά ως ζωγράφο. Αν, λ.χ., στο παραπάνω παράθεμα αλλάξει κανείς τα ονόματα και βάλει στη θέση του Νταλί τον Ναπολέοντα και της Γκαλά την Ιωσηφίνα, γιατί να μην μπορεί να αναφωνήσει «ζήτω το Βατερλό»;...

Το υπερεγώ
Ο Φλομπέρ έδωσε την ηρωική του μάχη εναντίον της ανοησίας για να καταλήξει στο τέλος να ομολογήσει πως «η βλακεία είναι ανίκητη». Ο Νταλί, γνωρίζοντας ασφαλώς τη μεγάλη αξία του ζωγραφικού του έργου, χρησιμοποίησε την ανοησία στην ακραία της εκδοχή, ενισχυμένη από τον αβυθομέτρητο ναρκισσισμό του, για να μας πει εμμέσως πλην σαφώς πως, αφού πέρασε από τους υπερρεαλιστές που έδιναν τη δική τους αδυσώπητη μάχη εναντίον του υπερεγώ, κατάλαβε σύντομα ότι η μάχη αυτή δεν κερδίζεται. Τι θα έπρεπε λοιπόν να γίνει; Να πουλήσει το δικό του υπερεγώ- και αυτό έκανε, με τη βοήθεια της ευφυέστατης και δαιμονικής συζύγου του Γκαλά.

Είναι αυτονόητο ότι τα βιβλία του Νταλί δεν μπορεί κανείς να τα διαβάσει παρά ως εκδοχές της προσωπικότητάς του και συμπληρώματα της ζωγραφικής του- αν και η τελευταία δεν κερδίζει τίποτε από τον συγγραφέα Νταλί, ο οποίος ως το τέλος της ζωής του παρίστανε το κακομαθημένο παιδί που όλα του επιτρέπονται αφού «είναι μεγαλοφυΐα». Και δεν περίμενε να του το αναγνωρίσουν. Συμπεριφερόταν ως μεγαλοφυΐα μέσω της οποίας η πόζα, η ανοησία και η υπερβολή έπαιρναν άλλες διαστάσεις. Ο μεγαλοφυής είναι μεγαλοφυής και επομένως δεν μπορεί εξ ορισμού να είναι ανόητος. Ανόητοι είναι όλοι οι υπόλοιποι που υπάρχουν συμπτωματικά ή καλύτερα που ο μόνος λόγος της ύπαρξής τους είναι να αναγνωρίζουν και να αποδίδουν φόρο τιμής στη μεγαλοφυΐα. Η ιδέα μοιάζει εξοντωτικά απλή αλλά για να την πουλήσει κανείς χρειάζεται να την επενδύσει με ισχυρές δόσεις παραδοξολογίας. Και αυτό ακριβώς έκανε ο Νταλί.

Η πόζα
Αν αγνοήσει κανείς την ενοχλητική ως απωθητική πόζα του, αφού, όπως δήλωσε από τη δεκαετία του ΄50 ο Μπρετόν, «το σκάνδαλο πέθανε», μπορεί να βρει πολλά ενδιαφέροντα πράγματα στην πρόζα του Νταλί. Ιδιαίτερα διαβάζοντας το Η απόκρυφη ζωή μου αντιλαμβάνεται ότι ο μετρ ποτέ δεν ξεπέρασε τα ψυχολογικά και συναισθηματικά τραύματά του, το μεγαλύτερο από τα οποία ήταν ο θάνατος της μητέρας του όταν ο ίδιος ήταν 16 ετών. Η σύγκρουση με τον πατέρα του επίσης θα πρέπει να του κόστισε. Οταν ο τελευταίος απειλούσε να τον αποκληρώσει, ο Νταλί, μέλος τότε της ομάδας των υπερρεαλιστών, του έστειλε ένα προφυλακτικό που περιείχε το σπέρμα του με ένα σημείωμα όπου έγραφε«τώρα δεν σου χρωστώ πλέον τίποτε».

Αυτός ο ιδιότροπος και χαρισματικός δημιουργός, ο οποίος δεν έπαψε και στα βαθιά του γεράματα να συμπεριφέρεται σαν κακομαθημένο παιδί, είχε μια εξαιρετικά επεισοδιακή ζωή. Πολλά από τα επεισόδια φυσικά τα προκαλούσε ο ίδιος. Τι κι αν τον διέγραψαν οι υπερρεαλιστές από την ομάδα τους, τι κι αν ο Μπρετόν τον πέρασε από υπερρεαλιστική «δίκη», τι κι αν αναγραμματίζοντας το όνομά του (Salvador Dali) του κόλλησε το παρατσούκλι Αvida Dollars (προσαρμογή του γαλλικού avide a dollars), που σημαίνει περίπου«ψόφιος για δολάρια».Ο Νταλί δεν έπαψε να συμπεριφέρεται ως η απόλυτη διασημότητα που εδικαιούτο να είναι όσο μεγαλομανής ήθελε, πάντοτε όμως κατά την περίσταση. Την ιδέα όμως που είχε για τον εαυτό του, προτού αποφασίσει να την πουλήσει, δεν την απέκτησε ξαφνικά. Από τη Σχολή Καλών Τεχνών στην Ισπανία όπου φοιτούσε τον απέβαλαν λίγο πριν από την αποφοίτησή του επειδή δήλωσε ότι ουδείς εκ των καθηγητών του ήταν ικανός να τον κρίνει. Εκ των υστέρων θα έλεγε κανείς ότι είχε απόλυτο δίκιο. Οχι μόνο κρίνοντας επί της ουσίας αλλά και απλώς από τεχνικής πλευράς. Η τεχνική του ήταν από τότε αξεπέραστη. Σε αυτό έμοιαζε με τον Πικάσο, που κι εκείνος δεν είχε να μάθει τίποτε για τη ζωγραφική από την εφηβεία του ακόμη. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η εκτίμηση του Νταλί για τον Πικάσο. Οι ιδιοφυείς πολλές φορές αναγνωρίζουν τους ομοίους τους εκτιμώντας την τεχνική τους, δηλαδή αυτό που οι εκτός του μετιέ δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν ή και να κατανοήσουν.

Το ντελίριο
Από τα τρία βιβλία που παρουσιάζουμε εδώ ασφαλώς και το πιο ενδιαφέρον είναι Η απόκρυφη ζωή μου. Το Ημερολόγιο μιας μεγαλοφυΐας λίγο απέχει από το να χαρακτηριστεί μακράς διαρκείας ντελίριο αυτοθαυμασμού σε βαθμό κακουργήματος- για να μην πούμε ότι τόσος ναρκισσισμός λίγο απέχει από τον καθαρό φασισμό.

Το μυθιστόρημα του μετρ Κρυμμένα πρόσωπα δεν είναι ακριβώς μυθιστόρημα. Ο ναρκισσισμός μπορεί κάποτε στην ποίηση να συγχωρείται αλλά στην πρόζα συνιστά θανάσιμο αμάρτημα. Αλλά ένας εκ φύσεως και «εκ πεποιθήσεως» νάρκισσος δεν μπορεί να αυτοσυγκρατηθεί. Παρατηρώντας τον εαυτό του λέει πάντοτε περισσότερα από όσα χρειάζονται. Το μυθιστόρημα αυτό είναι από τα πιο ενοχλητικά ψευδομοντερνιστικά μπαρόκ κατασκευάσματα που έχουν γραφτεί. Δεν υπάρχει σχεδόν ούτε σελίδα όπου να μην παρελαύνει και μια στρατιά από άχρηστα επίθετα. Τα Κρυμμένα πρόσωπα, το μόνο μυθιστόρημα που έγραψε ο Νταλί, είναι μια μυθοπλαστική εξτραβαγκάντσα που περιγράφει τη ζωή και τις ιδιοτροπίες κάποιας συντροφιάς από εστέτ πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην οποία το σαδομαζοχιστικό στοιχείο κυριαρχεί και όπου ξεχωρίζει μια γυναίκα ονόματι Σολάνζ, η οποία είναι η μούσα όλων αυτών των πλούσιων παρακμιακών, ένα είδος«βέβηλης Αγίας Τερέζας»,σύμφωνα με τον ίδιο τον Νταλί. Το βιβλίο γράφτηκε το 1943 στο Νιου Χαμσάιρ των ΗΠΑ. Καμία αίσθηση δεν κάνουν σήμερα οι ιδιοτροπίες των εστέτ όπως τις περιγράφει ο Νταλί. Εκείνο εν τούτοις που εντυπωσιάζει είναι ότι «προφητεύει» την ήττα του Χίτλερ.

ΣτοΗ απόκρυφη ζωή μουυ πάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες σελίδες όπου παρατηρεί κανείς την ικανότητα του Νταλί να καθιστά σημαντικά τα ασήμαντα μέσα σε αιφνίδιες εκλάμψεις. Λ.χ., στη σελ. 149 αποφαίνεται πως«μόνο τα μέτρια όντα είναι ικανά να ανυψωθούν χάρη στο αλκοόλ».

Ο ίδιος έχει πιο μπροστά πιει τρία ντράι μαρτίνι, έχει μεθύσει και ως μεγαλοφυής ψέγει τον εαυτό του γιατί του επέτρεψε να εκπέσει στο επίπεδο των «μέτριων όντων». Μα πόσο εύκολο είναι να μεθύσει κανείς με τρία ντράι μαρτίνι; Δεν έχει σημασία. Ο Νταλί λέει ότι μέθυσε και για να το ξεπεράσει τραγουδούσε Πάρσιφαλ μέσα σε ένα ταξί.

Κανέναν φυσικά δεν θεωρούσε ισότιμό του, συμπεριλαμβανομένου και του Μπουνιουέλ. Ο Νταλί έγραψε το σενάριο για τον Ανδαλουσιανό σκύλο αλλά ισχυρίζεται ότι λίγο-πολύ την ταινία τη σκηνοθέτησαν μαζί. Διότι όταν υπάρχει ο Νταλί, ο Μπουνιουέλ, όταν δεν παρεμπίπτει, περισσεύει. Αργότερα ο Νταλί έλεγε ότι διέκοψε τις σχέσεις του με τον Μπουνιουέλ επειδή ο τελευταίος ήταν κομμουνιστής. Στη θαυμάσια αυτοβιογραφία του όμως με τίτλο Η τελευταία πνοή ο Μπουνιουέλ γράφει πως εις μάτην ο μετρ επιχείρησε να επανασυνδεθεί μαζί του αργότερα. Η αλήθεια είναι ότι η υποστήριξη του Νταλί στο φρανκικό καθεστώς και η στροφή του στον καθολικισμό τον απομάκρυναν από όλους σχεδόν τους φίλους της νεότητάς του.

Το υποκατάστατο

Ο μόνος άνθρωπος από τον οποίο ο Νταλί εξαρτιόταν σχεδόν απόλυτα ήταν η Γκαλά. Λέγεται ότι αυτή τον μύησε στον έρωτα και πως ουδέποτε γνώρισε ερωτικά άλλη γυναίκα. Για την ψυχαναλυτική πλευρά αυτής της εξάρτησης έχουν γραφεί πολλά. Η Γκαλά λειτουργούσε στη ζωή του Νταλί ως μητρικό υποκατάστατο, γι΄ αυτό και μετά τον θάνατό της το 1982 ο ζωγράφος έπεσε σε κατάθλιψη και στα λίγα χρόνια που του απέμεναν να ζήσει εμφάνιζε ισχυρές τάσεις αυτοκτονίας. Στο μεταξύ όλα τα έργα του πουλιόνταν πανάκριβα. Η Γκαλά είχε φροντίσει από χρόνια να δημιουργηθεί μια μικρή «βιομηχανία Νταλί». Χιλιάδες αντίγραφα πινάκων του κυκλοφορούσαν ως τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 στις ΗΠΑ που έφεραν την υπογραφή του- χωρίς βεβαίως να είναι αριθμημένα. Τα έβρισκες, λ.χ., παντού στη Νέα Υόρκη για 2.000 δολάρια.

Σήμερα, είκοσι χρόνια από τον θάνατο του Νταλί, τα γραπτά του έχουν αξία ως προεκτάσεις μιας πολύ ισχυρής προσωπικότητας και ενός από τα μεγαλύτερα εικαστικά ταλέντα του 20ού αιώνα. Αυτονόητο ότι είναι και εξαιρετικά σημαντικά ντοκουμέντα μιας δημιουργικής και ανατρεπτικής εποχής. Η απόκρυφη ζωή μου, που την έγραψε στα 36 του χρόνια, είναι αποκαλυπτική και χωρίς αμφιβολία το πιο καλογραμμένο βιβλίο του. Η πόζα δεν τον είχε ακόμη κατακυριεύσει, δεν είχε πιάσει φιλίες με τον Φράνκο και δεν ζωγράφιζε πορτρέτα της οικογένειας του ισπανού δικτάτορα, ο μύθος που καλλιεργούσε δεν είχε ακόμη αναχθεί σε αυτοσκοπό. Ο «ένδοξος έφηβος», όπως ήθελε να βλέπει τον εαυτό του, υπήρχε εκεί να τον παρηγορεί- και να τον τρομοκρατεί ταυτοχρόνως. Υπάρχουν στιγμές όπου η προκλητική παιδικότητά του φαντάζει ως και συγκινητική. Ο Νταλί-celebrity φυσικά και αυτός εδώ, αλλά προς το παρόν βρίσκεται στον προθάλαμο. Οταν θα κυριαρχούσε αργότερα, θα προκαλούσε απέχθεια στους παλιούς του φίλους που εφεξής όποτε αναφέρονταν σ΄ αυτόν θα χρησιμοποιούσαν αόριστο, σαν να είχε πεθάνει. Και δεν θα τον συγχωρούσαν ούτε και μετά τον θάνατό του.

tovima