«Ο,τι είχες να πάρεις απ το Παρίσι το πήρες. Κατάλαβες τι θα πει σύνθεση ενός πίνακα. Κοντά στα θέματά σου η ζωγραφική σου θα δυναμώνει. Αγαπάς την Ελλάδα και θες να την αποδώσεις». Με την τελευταία του φράση αποδείχθηκε προφητικός ο Τεριάντ προς τον Γιάννη Τσαρούχη, όταν έπρεπε να εγκαταλείψει το Παρίσι το 1936 (επέστρεψε το 1950) για να κανονίσει το στρατιωτικό του.
Ο Τσαρούχης δεν σφράγισε μόνο τη νεοελληνική τέχνη, αλλά διαμόρφωσε και την εικόνα της εθνικής μας αυτογνωσίας. Κοσμοπολίτης και ελληνολάτρης, μοντέρνος και παραδοσιακός, τρυφερός και είρων για τα άτοπα της φυλής, πέρασε από τον ζωγραφικό του κόσμο το διπλό νήμα του κοσμοπολιτισμού και της παράδοσης...
Η ιδιαιτερότητα αυτής της έκθεσης είναι πως θα παρουσιάσει πληθώρα έργων που έχουμε ξεχάσει ή δεν έχουμε δει ποτέ, είτε σε εκθέσεις, είτε δημοσιευμένα, ή και τα δύο μαζί. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με την κ. Γρυπάρη, έχουν συγκεντρωθεί πολλά έργα από ιδιωτικές συλλογές.
Η πρώτη ολοκληρωμένη αναδρομική του Γιάννη Τσαρούχη, σύμφωνα με τους διοργανωτές (Μουσείο Μπενάκη και ομώνυμο Ιδρυμα), από 17 Δεκεμβρίου έως 13 Μαρτίου, θα αποτελέσει μια μέγιστη ευκαιρία να θυμηθούμε, να γνωρίσουμε και να επανεκτιμήσουμε τον κορυφαίο Ελληνα καλλιτέχνη, είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του.
Η έκθεση θα είναι πραγματικά τεράστια: περίπου 670 έργα σε 1.800 τ.μ. του Μουσείου Μπενάκη της Πειραιώς. Η ζωγραφική στο ισόγειο, η σκηνογραφική δουλειά στον πρώτο όροφο.
Οι ακριβείς αριθμοί, για το πόσα σχέδια, πόσα ζωγραφικά, πόσα σκηνογραφικά, ακόμη υπολογίζονται, καθώς η προετοιμασία αυτής της έκθεσης, που φιλοδοξεί να είναι το καλλιτεχνικό γεγονός της χρονιάς, είναι πυρετώδης.
Το μεγαλύτερο βάρος της προετοιμασίας έχουν αναλάβει το Ιδρυμα Τσαρούχη και η πρόεδρός του, ανιψιά του ζωγράφου, Νίκη Γρυπάρη, η οποία θα επιμεληθεί και την έκθεση (το στήσιμο μαζί με τη Λίλη Πεζανού) και την έκδοση που, όπως η ίδια μας είπε, θα ξεπερνά σε όγκο εκείνη του 1990, στην προετοιμασία της οποίας είχε συμβάλει ο ίδιος ο Τσαρούχης, αλλά δεν πρόλαβε να τη δει.
Οι εκπλήξεις που συναντούν οι άνθρωποι του Ιδρύματος, προετοιμάζοντας την έκθεση και, κυρίως, δουλεύοντας την καταγραφή του συνολικού έργου του ζωγράφου, είναι πολλές.
«Κι εμείς που μελετάμε το έργο του, βλέπουμε για πρώτη φορά έργα ή κάποια άλλα που δεν τα θυμόμαστε», μας λέει η κ. Γρυπάρη, εννοώντας έργα τα οποία πουλήθηκαν στη Γαλλία ή αλλού, δεν εκτέθηκαν ποτέ, ή άλλαξαν ιδιοκτήτες.
Για πολλά αναζητούνται οι νέοι ιδιοκτήτες, όπως για έναν πίνακα του 1973, το «Ρont - Νeuf», με τον ίδιο τον ζωγράφο πάνω στη γνωστή γέφυρα του Παρισιού. Η καταγραφή είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση για τον παραγωγικότατο Τσαρούχη, ο οποίος χάριζε συχνά την υπογραφή του, αλλά κρατούσε και σημειώσεις για την κίνηση των έργων, κάτι που θέλει πάντα επικαιροποίηση.
Επίσης άφησε ένα αρχείο ασπρόμαυρων φωτογραφιών των έργων, με τις οποίες γίνεται ταυτοποίηση.
Εδώ, λέει η κ. Γρυπάρη, εμφανίζονται έργα άγνωστα. Πάντως έχει ολοκληρωθεί η καταγραφή, με το πρόγραμμα «Κοινωνία της Πληροφορίας», της συλλογής του Ιδρύματος, ενώ συνεχίζεται ο αγώνας του εντοπισμού
Ο Τσαρούχης δεν σφράγισε μόνο τη νεοελληνική τέχνη, αλλά διαμόρφωσε και την εικόνα της εθνικής μας αυτογνωσίας. Κοσμοπολίτης και ελληνολάτρης, μοντέρνος και παραδοσιακός, τρυφερός και είρων για τα άτοπα της φυλής, πέρασε από τον ζωγραφικό του κόσμο το διπλό νήμα του κοσμοπολιτισμού και της παράδοσης...
Η ιδιαιτερότητα αυτής της έκθεσης είναι πως θα παρουσιάσει πληθώρα έργων που έχουμε ξεχάσει ή δεν έχουμε δει ποτέ, είτε σε εκθέσεις, είτε δημοσιευμένα, ή και τα δύο μαζί. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με την κ. Γρυπάρη, έχουν συγκεντρωθεί πολλά έργα από ιδιωτικές συλλογές.
Η πρώτη ολοκληρωμένη αναδρομική του Γιάννη Τσαρούχη, σύμφωνα με τους διοργανωτές (Μουσείο Μπενάκη και ομώνυμο Ιδρυμα), από 17 Δεκεμβρίου έως 13 Μαρτίου, θα αποτελέσει μια μέγιστη ευκαιρία να θυμηθούμε, να γνωρίσουμε και να επανεκτιμήσουμε τον κορυφαίο Ελληνα καλλιτέχνη, είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του.
Η έκθεση θα είναι πραγματικά τεράστια: περίπου 670 έργα σε 1.800 τ.μ. του Μουσείου Μπενάκη της Πειραιώς. Η ζωγραφική στο ισόγειο, η σκηνογραφική δουλειά στον πρώτο όροφο.
Οι ακριβείς αριθμοί, για το πόσα σχέδια, πόσα ζωγραφικά, πόσα σκηνογραφικά, ακόμη υπολογίζονται, καθώς η προετοιμασία αυτής της έκθεσης, που φιλοδοξεί να είναι το καλλιτεχνικό γεγονός της χρονιάς, είναι πυρετώδης.
Το μεγαλύτερο βάρος της προετοιμασίας έχουν αναλάβει το Ιδρυμα Τσαρούχη και η πρόεδρός του, ανιψιά του ζωγράφου, Νίκη Γρυπάρη, η οποία θα επιμεληθεί και την έκθεση (το στήσιμο μαζί με τη Λίλη Πεζανού) και την έκδοση που, όπως η ίδια μας είπε, θα ξεπερνά σε όγκο εκείνη του 1990, στην προετοιμασία της οποίας είχε συμβάλει ο ίδιος ο Τσαρούχης, αλλά δεν πρόλαβε να τη δει.
Οι εκπλήξεις που συναντούν οι άνθρωποι του Ιδρύματος, προετοιμάζοντας την έκθεση και, κυρίως, δουλεύοντας την καταγραφή του συνολικού έργου του ζωγράφου, είναι πολλές.
«Κι εμείς που μελετάμε το έργο του, βλέπουμε για πρώτη φορά έργα ή κάποια άλλα που δεν τα θυμόμαστε», μας λέει η κ. Γρυπάρη, εννοώντας έργα τα οποία πουλήθηκαν στη Γαλλία ή αλλού, δεν εκτέθηκαν ποτέ, ή άλλαξαν ιδιοκτήτες.
Για πολλά αναζητούνται οι νέοι ιδιοκτήτες, όπως για έναν πίνακα του 1973, το «Ρont - Νeuf», με τον ίδιο τον ζωγράφο πάνω στη γνωστή γέφυρα του Παρισιού. Η καταγραφή είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση για τον παραγωγικότατο Τσαρούχη, ο οποίος χάριζε συχνά την υπογραφή του, αλλά κρατούσε και σημειώσεις για την κίνηση των έργων, κάτι που θέλει πάντα επικαιροποίηση.
Επίσης άφησε ένα αρχείο ασπρόμαυρων φωτογραφιών των έργων, με τις οποίες γίνεται ταυτοποίηση.
Εδώ, λέει η κ. Γρυπάρη, εμφανίζονται έργα άγνωστα. Πάντως έχει ολοκληρωθεί η καταγραφή, με το πρόγραμμα «Κοινωνία της Πληροφορίας», της συλλογής του Ιδρύματος, ενώ συνεχίζεται ο αγώνας του εντοπισμού